Με τον τίτλο αυτό δημοσιεύουμε επιστολή της κας Αικατερίνης Λεσιέρ, με την οποία εκφράζει τις ευχαριστίες της για την συμβολή της Ιεράς Μονής μας στην επιστροφή του μακαριστού συζύγου της Γεωργίου Λεσιέρ στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, την Ορθόδοξο Εκκλησία μας.
Χρησιμοποιήσαμε τον τίτλο αυτό, γιατί αποτελεί λόγο του ιδίου του Γεωργίου Λεσιέρ που εκφράζει τον πόνο του για τους ομοεθνείς του, καθότι ο ίδιος Γάλλος, και γιατί πιστεύουμε ότι με το δημοσίευμα αυτό βοηθούμε και αυτούς που δεν έχουν ακόμη γνωρίσει και γευθεί την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Η επιστροφή του Γεωργίου, βεβαίως, είναι κατ’ εξοχήν έργο της Θείας Χάριτος. Είναι η ανταπόκριση του Θεού στην αγαθή προαίρεση του, στον προσωπικό του πνευματικό αγώνα, που δεν ήταν παρά έκφραση της προσδοκίας για την συσσωμάτωσή του στην Αγία Εκκλησία. Είναι αναμφισβήτητα καρπός της αγάπης και της εμπόνου προσευχής της ευλαβούς συζύγου του και των πνευματικών πατέρων και αδελφών, που επωνύμως και ανωνύμως αναφέρονται στην επιστολή της κας Λεσιέρ.
Η προσφορά της Ιεράς Μονής μας έγκειται στην κατά θεία πρόνοια λειτουργία του εν Νέω Μαρμαρά Χαλκιδικής Μετοχικού αυτής και τα τελευταία έτη.
Πιστεύουμε ότι ο Γεώργιος, όπως το εζήτησε, διαφύλαξε καθαρόν τον χιτώνα του Αγίου Βαπτίσματος και τώρα αναπαύεται εν τη δόξη του Kυρίου. Πρεσβεύει για την οικογένεια του, τους πνευματικούς του αδελφούς, αλλά και για το κατά σάρκα γένος του. «Πρέπει να μάθουν, γιατί δεν ξέρουν», έλεγε, όταν αναφερόταν σ’ αυτούς. Ήθελε να γνωρίζουν, εί δυνατόν όλοι, την Χάρη του Αγίου Πνεύματος που αυτός έντονα ζούσε μετά το Άγιο Βάπτισμα. Εκ πείρας πλέον ωμιλούσε ο Γεώργιος. Γι’ αυτό ήταν τόσο πειστικός, αλλά και έγινε τόσο αποδεκτός από το στενό οικογενειακό του περιβάλλον και από όσους εκ του γένους του τον εγνώρισαν.
Έυχόμεθα ο Θεός να αναπαύει μετά Δικαίων το πνεύμα του, και τον παρακαλούμε να προσεύχεται προς τον Θεό και για μας που τον αγαπήσαμε.
Ν. Μαρμαράς 15.3.1993
Γνωρίζω ότι ο χρόνος σας είναι πολύτιμος, γι’ αυτό ζητώ να με συγχωρέσετε που θα αναγκασθήτε να αφιερώσετε λίγη ώρα διαβάζοντας το γράμμα μου.
Προσωπικά σας ευχαριστώ για την προσφορά του πνευματικού σας έργου στο Μετόχι του Ν. Μαρμαρά. Ιδιαίτερα ευχαριστώ εσάς και όλους του πατέρες του Μοναστηριού, που βοηθήσατε τον σύζηγό μου Γεώργιο να γνωρίσει την Ορθοδοξία και να βαπτισθεί στα εξήντα πέντε του χρόνια. Πραγματικά πιστεύω πως έζησα ένα θαύμα, γιατί είχα να κάνω, στα είκοσι χρόνια της συζυγικής μου ζωής, με έναν άνθρωπο πολύ δύσκολο, ειδικά στα θρησκευτικά θέματα.
Όταν μετά τον γάμο μας- ευτυχώς ετελέσαμε Ορθόδοξο γάμο- έμαθα από κάποιον πνευματικό ότι είναι βαρύ παράπτωμα που παντρεύτηκα έναν ετερόδοξο, και μάλιστα όπως τον απεκάλεσε αιρετικό, συγκλονίσθηκα και άρχισα να αισθάνομαι το βάρος της ευθύνης και της ενοχής. Μου σύνεστησε ο Πνευματικός εκείνος να τον βοηθήσω να γνωρίσει την Ορθοδοξία και ίσως αν γινόταν Ορθόδοξος να τακτοποιούνταν το θέμα.
Προσπάθησα όσο μπορούσα, αλλά στάθηκε αδύνατον. Η επίσκεψη μας στην εκκλησία του χωριού ήταν αποτυχημένη και δεν ήθελε ούτε να του ξαναμιλήσω ποτέ γι’ αυτά τα θέματα.
Σταμάτησα την προσπάθεια και άρχισα να προσεύχομαι να τον φωτίσει ο Θεός, γιατί έβλεπα ότι ήταν πιστός, προσευχότανε, διάβαζε τη Βίβλο έκανε κομποσκοίνι, είχε Πνευματικό στην Θεσσαλονίκη, που τον επισκεπτόταν τακτικά και συχνά κοινωνούσε.
Όταν ήρθαν τα παιδιά μας στον κόσμο, γεννήθηκε μέσα μου και η ελπίδα πως αν βαπτίζαμε τα παιδιά μας Ορθόδοξα θα γινότανε κάτι και για κείνον. Δυστυχώς όμως, όχι μόνο δεν σκέφτηκε κάτι τέτοιο αλλά αντίθετα δεν ήθελε να βαπτισθούν ούτε τα παιδιά. Επέμενε να ακολουθήσουν τον Ρωμαιοκαθολικισμό και απειλούσε πως θα έπαιρνε το ένα παιδί και πως θα χωρίζαμε. Κόντεψα να τρελαθώ από την στεναχώρια μου και στην συμφορά που απειλούσε να διαλύσει την οικογένειά μου. Κανείς δεν ήξερε και ούτε υποψιαζόταν τίποτα. Μόνη μου καταφυγή η Κυρία Θεοτόκος. Προσευχόμουν θερμά και την παρακαλούσα να μας βοηθήσει και να μας βγάλει από το αδιέξοδο. Προσευχόμουν, παρακαλούσα και περίμενα γεμάτη αγωνία και πόνο να φανερώσει η Γλυκιά Μητέρα του Κυρίου μας το θαύμα της.
Και η απάντηση δεν άργησε. Φώτισε τον σύζυγό μου να επισκεφθεί τον Πνευματικό του για να τον συμβουλευθεί. Ήταν μια πολύ δύσκολη μέρα που θα μείνει αξέχαστη. Η επιστροφή του συζύγου μου με γέμισε χαρά. Είχε αποφασίσει να βαπτισθούν τα παιδιά Ορθόδοξα. Όλα έσβησαν σαν κακό όνειρο και η καρδιά μου ξεχείλισε από την δοξολογία και την ευχαριστία προς την Παναγιά μας για την βοήθειά της.
Σιγά σιγά αρχίσαμε να επισκεπτόμαστε το Μετόχι της Μονής σας. Η καρδιά του συζύγου μου μαλάκωσε. Αναπαυόταν και ήθελε να πηγαίνουμε συχνότερα. Επισκεπτόταν τα γύρω Μοναστήρια και πήγαινε τακτικά στο Άγιο Όρος. Γύριζε πάντα πολύ χαρούμενος και μας διηγούταν το κάθε τι που άκουγε από τους πατέρες. Μεγάλη εντύπωση του έκαναν οι θαυματουργές εικόνες και δάκρυζε όταν διηγιόταν κάτι γι’ αυτές.
Κατάλαβα πως η Θεία Χάρις άρχισε να τον επισκέπτεται. Είχε μεγάλο πόθο να μάθει όσα μπορούσε περισσότερα. Έκανε φοβερό αγώνα. Κοιμόταν σχεδόν ελάχιστα, προσευχόταν πολύ, νήστευε και σχεδόν δεν έτρωγε τίποτα, και τα βράδια έκανε κομποσκοίνι.
Παρακαλούσα την Παναγία μας να τους δίνει υπομονή, να δυναμώνει την πίστη του και να τον βοηθήσει μέχρι το τέλος στην βάπτισή του.
Όταν πήρε την μεγάλη απόφαση να βαπτισθεί, η χαρά μας δεν περιγραφόταν. Αλλά και οι πειρασμοί και τα εμπόδια ασταμάτητα μας πολεμούσαν μέρα-νύχτα. Εδώ πρέπει να ευχαριστήσω θερμά τους πατέρες που εκείνον τον καιρό ήταν στο Μετόχι, και να τους ζητήσω συγχώρεση γιατί τους είχαμε κουράσει πάρα πολύ. Ένιωθε βαθύ σεβασμό για τους αγιορείτες πατέρες και τον ορθόδοξο μοναχισμό.
Ανακάλυπτε καινούργια πράγματα που σαν Ρωμαιοκαθολικός δεν είχε νιώσει. Γι’ αυτό όταν δύο νέα παιδιά, που ήρθαν από την Γαλλία, τον επισκέφθηκαν λίγο μετά την βάπτισή του, τους είπε: ‘’Μη ρωτάτε πολλά για την Ορθοδοξία. Μόνο βιαστείτε να βαπτισθείτε, γιατί εγώ έκανα λάθος που περίμενα τόσο καιρό ». Οι νέοι αυτοί σήμερα ντυμένοι με το μοναχικό σχήμα υπηρετούν τον Κύριο κάπου στο Άγιο Όρος.
Μετά από πολλά εμπόδια και συνεχείς αναβολές ας σημειωθεί ότι την ημέρα που ορίστηκε η βάπτιση έκανε σφοδρή κακοκαιρία, χιόνισε πολύ, και γι’ αυτό αναβλήθηκε- ήρθε η πολυπόθητη μέρα για τον Γεώργιο, ο οποίος επιτέλους θα γινόταν Χριστιανός Ορθόδοξος. Η λαχτάρα του ήταν τόσο μεγάλη, που όταν του πρότεινε η Γερόντισσα της Ι. Μονής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Ορμυλίας να βαπτισθεί το Πάσχα που ο καιρός είναι πιο ζεστός, ο Γεώργιος απάντησε: ‘’Δεν μπορώ να περιμένω άλλο. Αν αρνηθείτε να με βαπτίσετε, θα μείνω εδώ στο βαπτιστήριο ώσπου να με βαπτίσετε ».
Έτσι με την βοήθεια του Θεού, τις προσευχές των πατέρων και την αγάπη των δικών του, ο Γεώργιος προσήλθε στο Ιερό Μυστήριο, ξημερώνοντας η Κυριακή της Ορθοδοξίας. Το πρωί η θερμοκρασία ήταν αρκετούς βαθμούς κάτω από το μηδέν. Το βαπτιστήριο ήταν υπαίθριο και το νερό παγωμένο. Τον ρωτήσαμε πως αισθάνθηκε και μας είπε ότι ένιωθε πάρα πολύ ωραία και πως το νερό ήταν ζεστό. Το πρόσωπο του έλαμπε εκείνη την στιγμή. Γελούσε ευχαριστημένος και χαιρόταν σαν μικρό παιδί. Πολλοί από τους παρισταμένους δακρύσαμε εκείνην την ώρα πλημμυρισμένοι από μια αλλιώτικη, ουράνια, χαρά. Τα χείλη μου έστελναν εγκάρδια δοξολογία και θερμή ευχαριστία προς τον Θεό και την καλή μας Παναγία για την ευλογία που μας έδωσαν, και δεν έπαυσα να τους δοξάζω μέχρι σήμερα.
Ο Γεώργιος άλλαξε τις επόμενες ημέρες. Ήταν χαρούμενος ήρεμος, ευδιάθετος, ένας άνθρωπος εντελώς αντίθετος από εκείνον που είχα ζήσει, εντελώς καινούργιος. Αυτό μου έκανε πολύ εντύπωση και τον ρωτούσα να μου πει τι αισθανόταν μετά τη βάπτιση του, τι άλλαξε, ποια η διαφορά. Και κείνος κουνούσε το κεφάλι του και απαντούσε: ‘’Λυπάμαι που δεν μπορώ να σου εξηγήσω να καταλάβεις αυτό που αισθάνομαι, δεν μπορώ να το πω με λόγια, δεν ξέρω πώς να το περιγράψω. Μόνο ένα θέλω να πω τώρα: να με πάρει ο Χριστός μαζί του. Θέλω να πεθάνω, γιατί αν μείνω θα χάσω αυτό που έχω μέσα μου, θα μου φύγει η Θεία Χάρις ».
Ο καλός Θεός τον άκουσε. Μετά από λίγους μήνες αρρώστησε βαριά με καρκίνο στον πνεύμονα καλπάζουσας μορφής, και οι γιατροί προέβλεψαν δύο περίπου μήνες ζωής. Φύγαμε για την Γαλλία πολύ βιαστικά και δεν κατορθώσαμε αν και προσπαθήσαμε, να πάρουμε την ευχή σας, πάτερ Γεώργιε, καθώς και την ευχή του πατρός Γρηγορίου, ο οποίος ήταν ο πνευματικός μας πατέρας. Ο μακαριστός σύζυγος μου έτρεφε πολλή αγάπη και σεβασμό για σας, καθώς και προς όλους τους σεβαστούς πατέρες της Ι. Μονής σας. Τελευταίο και πολύτιμο εφόδιο του από την Ελλάδα ήταν η Θεία Κοινωνία που έλαβε στο Μετόχι.
Οι μέρες μας στην Γαλλία ήταν πικρές και δύσκολες. Οι γιατροί μας προετοίμασαν πως μέχρι το τέλος μας περίμεναν και δυσκολότερες. Αμέσως έγινε μετάσταση στο κεφάλι και ο Γεώργιος παρέλυσε κατά το ήμισι. Παρ’ όλη την δύσκολη θέση του, δεν έπαυε να κηρύττει στους γιατρούς και τους συγγενείς, καθώς και στο νοσηλευτικό προσωπικό, για το Χριστό και την Ορθοδοξία. Όταν τον συμβούλευα να μην μιλάει εκείνος μου απαντούσε: ‘’Πρέπει να μάθουν, γιατί δεν ξέρουν ». Μαζευόταν γύρω από το κρεβάτι του και άκουγαν με απορία πως οι άγιες εικόνες θαυματουργούν και πως μία αγρυπνία στο Άγιο Όρος κρατάει δέκα με δώδεκα ώρες. Και ρωτούσαν και μένα για να επιβεβαιώσω τα λεγόμενα του. Παράδοξα και πρωτόγνωρα πράγματα γι’ αυτούς. Ακόμα τους προξενούσε κατάπληξη το γεγονός ότι προσευχόσασταν εσείς στο Μοναστήρι για μας. Καθησύχαζε την αδελφή του λέγοντας πως προσεύχονται πολλοί άνθρωποι στην Ελλάδα γι’ αυτόν, και πως ο Θεός είναι μαζί του.
Σ’ έναν από τους γιατρούς του που είχε μεγάλη μόρφωση και ήταν πολύ μεγάλος επιστήμων, του είπε πως αφού δεν επισκέφθηκε το Άγιον Όρος και δεν γνώρισε την Ορθοδοξία, δεν έχει κάνει τίποτα στη ζωή του.
Επίσης τους έκανε μεγάλη εντύπωση η συμπαράσταση του πατρός Ηλία, ο οποίος ερχόταν τακτικά, αν και μας χώριζε απόσταση διακοσίων περίπου χιλιομέτρων, για να μας βοηθήσει, να τον εξομολογήσει, να τον κοινωνήσει και να μας κρατήσει συντροφιά. Μας βοήθησε πάρα πολύ ο πατήρ Ηλίας καθώς και οι αδελφές του Μοναστηριού εκεί.
Με την βοήθεια του πατρός Ηλία είπαμε στην αδελφή του Γεωργίου πως βαπτίσθηκε Ορθόδοξος και, ενώ περιμέναμε άσχημη αντίδραση, εκείνη τον αγκάλιασε, τον φίλησε και του είπε ότι πολύ καλά έκανε. Εκείνος έκλαιγε από χαρά. Την ίδια ημέρα εξομολογήθηκε, κοινώνησε και, αφού έφυγε ο πατήρ Ηλίας, κάθισα μόνη μου στο δωμάτιο κοντά του. Ο Γεώργιος κοιμόταν ήρεμος. Ξαφνικά ένιωσα μια υπέροχη ευωδία να απλώνεται στον χώρο σαν θυμίαμα και, ενώ αναρωτιόμουν από που άραγε να προέρχεται, γυρίζω και βλέπω το πρόσωπο του Γεωργίου να λάμπει φωτεινό με ένα γλυκό χαμόγελο. Σε λίγο χάθηκε η ωραία ευωδία.
Κάποια άλλη μέρα κουρασμένη, λυπημένη και ίσως θα τολμούσα να πω απελπισμένη κάθισα στην πολυθρόνα δίπλα στον άρρωστο για να ξεκουραστώ. Μόλις που θα είχα κλείσει τα βλέφαρα μου και βλέπω μια κοπελίτσα να ανοίγει την πόρτα και να μπαίνει μέσα, να έρχεται κοντά μου, να με πιάνει από τον ώμο και να μου λέει ότι δεν πρέπει να στεναχωριέμαι, γιατί θα έμενε εκείνη μαζί μας μέχρι το τέλος. Ήταν μια κοπέλα μετρίου αναστήματος με καστανά μαλλιά, ανοιχτό μπλε φόρεμα και ζώνη καλογερική. Ήταν πολύ όμορφη και γλυκιά μεταξύ δεκαοχτώ και είκοσι ετών. Ξύπνησα και την αναζήτησα και ένιωθα πως δεν πρέπει να με κυριεύει η απελπισία. Αυτό συνέβη στις 10 ή 11 Νοεμβρίου (σημ. εκδ.: ημέρα της Πανηγύρεως της αγίας Οσιοπαρθενομάρτυρος Αναστασίας της Ρωμαίας στην Ι. Μονή Οσίου Γρηγορίου δηλ. 29 Οκτωβρίου με το παλιό ημερολόγιο).
Πλησίαζε το τέλος ο Γεώργιος πονούσε πολύ. Οι μέρες κυλούσαν μαρτυρικές όμως δεν βαρυγκωμούσε. Μόνο σαν προσευχή έλεγε: ‘’Χριστέ μου είμαι κουρασμένος μόνο εσύ ξέρεις πόσο ». Το βάρος του έφτασε τα 35 κιλά. Στις 25 Δεκεμβρίου, ανήμερα Χριστουγέννων, ο Κύριος κάλεσε κοντά του τον Γεώργιο, ημέρα που πριν 66 χρόνια αντίκριζε για πρώτη φορά το φως. Ελπίζω και εύχομαι ο Πανάγαθος Κύριος να αναπαύει την ψυχή του μακαριστού συζύγου μου και σας παρακαλώ σεβαστέ μου πατέρα Γεώργιο να εύχεστε και σεις για κείνον, για τα παιδιά του και τέλος για μένα την αδύναμη, που έχανα την υπομονή μου. Εύχεσθε να με ελεήσει ο Θεός και να με συγχωρέσει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την τέλεση του 40/μερου μνημοσύνου του συζύγου μου, το οποίο έγινε στο Μοναστήρι της Ορμυλίας, όπου εβαπτίσθη ο Γεώργιος, πολλές μοναχές τον είδαν ανάμεσα μας λαμπροφορεμένο και χαμογελαστό.
…. Ευχαριστούμε για μια ακόμη φορά και σας και τους πατέρες, που μας ανέχεστε και μοιράζεστε μαζί μας τα προβλήματά μας.
Ευχόμεθα ο Πανάγαθος Θεός να σας δυναμώνει, να σας προστατεύει και να σας φωτίζει πάντα.
Πηγή: Περιοδικο « Ο Όσιος Γρηγόριος » Ετήσια έκδοσις της Ιεράς κοινοβιακής Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους. Αριθμός τεύχους 18.
Παρακαλούσα τον Θεό να μου αποκαλύψει την αλήθεια
Ιστορία για το πώς μία Προτεστάντισσα γνώρισε την Ορθοδοξία στις ΗΠΑ
Τατιάνα Σεμιρόγκ-Γιαροστσιούκ
Ντμίτρι Ζλόντορεβ: Η Τατιάνα Σεμίγκοροντ-Γιαροστσιούκ γεννήθηκε στη Ναχόντκα, αλλά πέρασε σχεδόν όλη της τη ζωή στις ΗΠΑ. Η οικογένειά της ήταν Πεντηκοστιανή, αλλά στα νιάτα της ένιωσε σαν να είχε φτάσει σ’ ένα αδιέξοδο και άρχισε να ζητάει από τον Θεό να της αποκαλύψει την Αλήθεια. Μετά από πολλά χρόνια τη βρήκε στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, την οποία οι Πεντηκοστιανοί θεωρούσαν διώκτη του Χριστιανισμού. Στην πορεία, έπρεπε να υπομείνει τον θάνατο του πρώτου της συζύγου, τον καρκίνο, τις διαφωνίες με την οικογένειά της και πολλά άλλα εμπόδια. Και τώρα, έξι χρόνια αφ’ ότου ξεκίνησε την αναζήτησή της για την Αλήθεια, βρήκε ξανά την αγάπη και παντρεύτηκε σε ορθόδοξη εκκλησία. Η συζήτησή μας έμοιαζε περισσότερο με εξομολόγηση παρά με συνέντευξη και μάλιστα ήρθα σε αμηχανία, άλλωστε είμαι δημοσιογράφος, όχι ιερέας. Ή, μάλλον, δεν επρόκειτο για συζήτηση, αλλά για μονόλογο.
– Πριν μοιραστώ την ιστορία μου, κατ’ αρχάς θέλω να πω ότι δεν κρίνω σε καμία περίπτωση τους Πεντηκοστιανούς ή τους Προτεστάντες. Ολόκληρη η οικογένειά μου και πολλοί από τους φίλους μου παραμένουν Πεντηκοστιανοί. Τους σέβομαι πάρα πολύ, τους αγαπώ πάρα πολύ, αν και βαθιά μέσα μου πιστεύω ότι κάνουν λάθος. Αλλά δεν θα ήθελα να τους πληγώσω ή να τους προσβάλω.
Δεν ήρθα στην Ορθοδοξία αμέσως. Δεν συνέβη σε μια μέρα ή έστω σ’ έναν μήνα. Ήταν ένα μακρύ ταξίδι, που ξεκίνησε όταν ήμουν 18 ετών. Τότε ένιωσα ξαφνικά ότι κάτι έλειπε από την πίστη μου, ότι ήταν σαν να υπήρχε παντού γύρω μου ένα ψέμα. Ήταν σαν να είχα φτάσει σ’ ένα αδιέξοδο και δεν ένιωθα μια συγκεκριμένη σύνδεση με τον Θεό.
Φυσικά, ήξερα πολλά γι’ Αυτόν. Οι Προτεστάντες μελετούν τον Λόγο του Θεού πολύ σοβαρά από νεαρή ηλικία, τον αποστηθίζουν κυριολεκτικά, και αυτό είναι υπέροχο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους Ρώσους Προτεστάντες, επειδή στη Σοβιετική Ένωση ήταν δύσκολο ν’ αποκτήσει κανείς Βίβλο και οι άνθρωποι την αποστήθιζαν, ώστε σε περίπτωση διώξεων να γνωρίζουν τον Λόγο του Θεού και να τους βοηθάει.
Έτσι διδάχτηκα και γνώριζα τον Λόγο του Θεού κυριολεκτικά από την αρχή μέχρι το τέλος, από τη Γέννηση έως την Αποκάλυψη. Πρόσφατα βρήκα τη Βίβλο μου, την οποία διάβαζα στα νιάτα μου: Έχει πάρα πολλές χειρόγραφες σημειώσεις μου. Παρά ταύτα, γνωρίζοντας όλη την Αγία Γραφή, εξακολουθούσα να αισθάνομαι ότι δεν είχα πραγματική σχέση με τον Θεό. Ένιωθα ότι ήταν Φίλος μου, προσευχόμουν σ' Αυτόν όσο μπορούσα, αλλά δεν ένιωθα την ενότητα μαζί Του, την πραγματική παρουσία Του στη ζωή μου. Και ακόμη και αν το ένοιωθα, συνειδητοποίησα αργότερα ότι επρόκειτο γι’ αυθυποβολή.
Ξεκίνησα την αναζήτησή μου στην ηλικία των 18 ετών, κάτι που συνεχίστηκε για πολλά χρόνια. Τελικά, βρήκα την πίστη σε ηλικία 37 ετών, όταν βρέθηκα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ήταν ένα πολύ μακρύ ταξίδι και κάθε φορά που πίστευα ότι είχα βρει κάτι, αποδεικνυόταν ότι δεν ήταν ακόμα το ζητούμενο.
Την άνοιξη του 2016 ήρθε μια στιγμή που ένιωσα ότι δεν αντέχω άλλο έτσι. Ένιωσα ότι δεν γνωρίζω καθόλου την Αλήθεια και βρίσκομαι σε απόλυτη πνευματική «χρεοκοπία». Και μόνο τότε συνειδητοποίησα ότι ο Προτεσταντισμός οδηγεί τελικά μόνο σε μια τέτοια κατάσταση, δηλαδή στην πώρωση.
Πήγαινα από τη μια εκκλησία στην άλλη. Επισκέφτηκα Πρεσβυτεριανούς, Μεθοδιστές, Βαπτιστές, δηλαδή πήγα σε όλα τα είδη των εκκλησιών. Έκανα ό,τι μου έλεγαν να κάνω: Να γεμίσω με πνεύμα, να μιλάω διάφορες γλώσσες, να προσεύχομαι, να ζητώ από τον Θεό. Τα έκανα όλα. Ήμουν πολύ επιμελής μαθήτρια. Και όμως, μέσα μου εξακολουθούσα να αισθάνομαι άδεια.
Τελικά, σταμάτησα να πηγαίνω σε εκκλησίες και απλά είπα: «Κύριε, δεν μπορώ να συνεχίσω έτσι. Σε παρακαλώ, αποκάλυψέ μου την Αλήθεια, ό,τι και αν μου κοστίσει, με όποιον τρόπο και αν θέλεις να με οδηγήσεις σε αυτήν. Δεν μπορώ να ζήσω πια χωρίς αυτήν την Αλήθεια, δεν βλέπω κανένα νόημα στη ζωή μου».
Θυμάμαι ότι έκλαιγα πικρά τότε, ήταν μια περίοδος πλήρους πνευματικής εξάντλησης για μένα. Αφού είπα αυτήν την προσευχή, συνέχισα την αναζήτησή μου, διαβάζοντας πολύ. Ακριβώς τότε γεννήθηκε η τρίτη μου κόρη. Όταν τα παιδιά και ο πρώτος μου σύζυγος, τεθνεώς πλέον, κοιμόντουσαν, εγώ διάβαζα ακόμη και βαθιά μέσα στη νύχτα. Και σιγά-σιγά κάποια πράγματα άρχισαν ξαφνικά ν’ αντηχούν στην ψυχή μου. Τα βιβλία εκείνα ήταν γραμμένα από Ορθόδοξους συγγραφείς-θεολόγους, ιερείς, ιστορικούς.
Το άρθρο για το πόσοι ορθόδοξοι πιστοί σκοτώθηκαν από τους Μπολσεβίκους ήταν πολύ σημαντικό για μένα, επειδή μεγάλωσα ανάμεσα σε Πεντηκοστιανούς, οι οποίοι διώχθηκαν πολύ. Ο προπάππους μου πέρασε 20 χρόνια σε στρατόπεδα της Σιβηρίας. Η σύζυγός του και τα οκτώ παιδιά τους ζούσαν σ’ ένα αμπρί. Επέζησαν μετά βίας, τρώγοντας φλούδες πατάτας, όμως τέσσερα από τα παιδιά πέθαναν.
Ο Πεντηκοστιανός προπαππούς μου, ο οποίος θυσίασε τη ζωή του για τον Χριστό, αποτέλεσε πρότυπο πίστης για μένα. Νόμιζα ότι η Αλήθεια πρέπει να είναι μαζί του, στην πίστη του, αφού είχε υποφέρει τόσο πολύ γι’ αυτήν. Ταυτόχρονα, δεν γνώριζα απολύτως τίποτα για τους διωγμούς των oρθοδόξων πιστών. Αλλά όταν διάβασα ότι οι Μπολσεβίκοι είχαν σκοτώσει εκατομμύρια Ορθόδοξους, μεταξύ των οποίων και σπουδαίους κληρικούς, αληθινούς Αγίους, έκλαιγα με λυγμούς και δεν μπορούσα να το πιστέψω: Πώς ήταν δυνατόν να μην το γνωρίζω αυτό; Είχα διδαχθεί από τους Πεντηκοστιανούς ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν ο εχθρός της πίστης μας, επειδή τη θεωρούσαν «παράρτημα της KGB». Όμως όταν διάβασα όλ’ αυτά, τα μάτια μου άρχισαν ν’ ανοίγουν. Έμαθα πολλά για τη δολοφονία της οικογένειας του Τσάρου Νικολάου Β΄, πόσο αφοσιωμένοι ήταν στον Θεό, τι ιερή ζωή ζούσαν, πώς δυσφημίστηκαν από τη σοβιετική προπαγάνδα, ώστε ο λαός να τους μισεί. Αγαπώ πολύ την ιστορία και όλ’ αυτά τα πράγματα άρχισαν να μου αποκαλύπτονται. Η ίδια η Ρωσία άρχισε να μοιάζει με μια εντελώς διαφορετική χώρα. Συνειδητοποίησα πόσα πολλά είχε υποστεί ο λαός μας, συμπεριλαμβανομένων των ορθόδοξων πιστών, από τον Διάβολο και τους κομμουνιστές.
Όλ’ αυτά τα πράγματα άρχισαν να μου αποκαλύπτονται σταδιακά, σιγά-σιγά, συμπεριλαμβανομένων των ιστορικών γεγονότων. Διάβασα πολλά για το γνήσιο της Ορθοδοξίας κατά την εποχή των Μπολσεβίκων, για το πώς οι ιερείς τούς αντιστάθηκαν. Διάβασα για τον Όσιο Ιωάννη της Κροστάνδης και γι’ άλλους Αγίους. Και ξαφνικά ήρθε μια τέτοια στιγμή, που, έχοντας μάθει όλ’ αυτά, ρώτησα: «Τι πρέπει να κάνω στη συνέχεια;».
Ομολογώ πως δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι, ζητώντας από τον Κύριο να μου δείξει την Αλήθεια, θα με οδηγούσε στην Ορθοδοξία. Ήμουν έτοιμη να βρεθώ σε οποιοδήποτε χριστιανικό δόγμα, αλλά όχι εκεί. Φοβήθηκα κιόλας: Πώς να προδώσω τον Πεντηκοστιανισμό και τον παππού μου, που υπέφερε για την πίστη;
Για αρκετές εβδομάδες αγωνιούσα γι’ αυτό. Υπήρχε ένας σοβαρός αγώνας στην ψυχή μου, μια αγωνία. Ήξερα ότι θα είναι δύσκολο για την οικογένειά μου να δεχτεί τη μεταστροφή μου στην Ορθοδοξία.
Εκείνην την εποχή δεν είχα εμπιστοσύνη στη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά στην πόλη Σάρλοτ της Βόρειας Καρολίνας, όπου ζούσαμε, υπήρχε μια ελληνική εκκλησία του Αγίου Νεκταρίου. Αποφάσισα να πάω εκεί και να μιλήσω με τον ιερέα. Είχα μία μακρά λίστα ερωτήσεων, που κάνει κάθε Προτεστάντης: Σχετικά με τη λατρεία της Παναγίας, την προσευχή για τους νεκρούς, την προσκύνηση των εικόνων. Στα μισά περίπου της λίστας, κάτι μου συνέβη ξαφνικά. Ρώτησα τον ιερέα: «Πού στη Βίβλο λέγεται ότι μπορείς να προσευχηθείς για τους νεκρούς;». Δεν θα ξεχάσω ποτέ πώς ο ιερέας με κοίταξε στα μάτια και μου απάντησε ήρεμα: «Ποιος σου είπε ότι είναι νεκροί;». Εκείνην τη στιγμή, θυμήθκα τα λόγια από τη Βίβλο: «Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται» (Ιω 11:25). Ένιωσα ότι οι υπόλοιπες ερωτήσεις δεν χρειαζόταν καν ν’ απαντηθούν. Με κατέκλυσαν δάκρυα συγκίνησης και ταπεινότητας. Ήταν ένα θαύμα: Συνειδητοποίησα ξαφνικά, βαθιά μέσα στην ψυχή μου, ότι αυτό είναι, ότι δεν έχω άλλες ερωτήσεις και ο Κύριος με οδήγησε στην Αλήθεια.
Πέρασαν μερικοί μήνες ακόμη, δεν καταλάβαινα πολλά πράγματα, αλλά σιγά-σιγά αυτά τα πράγματα άρχισαν ν’ αποκαλύπτονται. Η ίδια η Παναγία μού αποκαλύφθηκε. Τη ρώτησα: «Μητέρα του Θεού, με δίδαξαν ότι είναι αδύνατο ν’ απευθυνόμαστε σ’ Εσένα, είναι αδύνατο να πούμε ακόμα και τ’ όνομά Σου, ότι όλες οι αιτήσεις μας μπορούν ν’ απευθύνονται μόνο στον Πατέρα, στον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα. Δεν Σε είχα στη ζωή μου. Σε παρακαλώ, φανέρωσέ μου τον εαυτό Σου». Και ξέρετε, σιγά-σιγά, μετά από πολλές εβδομάδες, άρχισα να καταλαβαίνω τη σπουδαιότητά Της, ποια είναι για την πίστη μας και πόσο σημαντικό είναι να Την αναγνωρίζουμε.
Είναι ένα τέτοιο θαύμα! Άλλωστε, οι Προτεστάντες, ειδικά εκείνοι που ήταν από την πρώην Σοβιετική Ένωση, πολύ σπάνια μεταστρέφονται στην Ορθοδοξία. Εν πάση περιπτώσει, δεν γνωρίζω ούτε ένα τέτοιο άτομο. Όλ’ αυτά συμβαίνουν επειδή στη σοβιετική εποχή η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρούταν εχθρός και διώκτης.
Είχα συνηθίσει ότι οι Προτεστάντες πάντα καλούν και προτρέπουν τον κόσμο να έρχεται στην εκκλησία τους. Στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει κάτι τέτοιο και ήταν σαν να συνειδητοποίησα ότι δεν είναι μόνο ένα άτομο που φέρνει ένα άλλο άτομο στην πίστη, αλλά ο ίδιος ο Θεός, με θαυμαστούς τρόπους, που είναι ακατανόητοι για εμάς. Κανείς δεν με κάλεσε σε αυτήν την Εκκλησία, ούτε ένα άτομο. Όταν συνειδητοποίησα ότι η Αλήθεια θα μπορούσε να βρίσκεται στην Ορθοδοξία, δεν ήξερα καν πού να πάω: Απλώς άρχισα να ψάχνω ναούς στην πόλη μου, μέσω του Διαδικτύου. Δεν είχα κανέναν να ρωτήσω και κανένας δεν με οδήγησε εκεί παρά ο ίδιος ο Θεός!
Κανείς δεν με κάλεσε στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Δεν είχα κανέναν να ρωτήσω και κανένας δεν με οδήγησε εκεί, παρά ο ίδιος ο Θεός!
Όταν είπα στον Κύριο ότι είμαι πρόθυμη να κάνω τα πάντα για την Αλήθεια, δεν ήξερα το τίμημα που θα έπρεπε να πληρώσω γι’ αυτό. Μόλις λίγες εβδομάδες αργότερα διαγνώστηκα με καρκίνο του μαστού. Τότε αποφάσισα: «Πρέπει να πάω σύντομα στην εκκλησία, για να γίνω δεκτή στην Ορθοδοξία».
Νόμιζα ότι θα πεθάνω. Ένας λόγος παραπάνω για να βρω την Αλήθεια το συντομότερο δυνατό. Αλλά μόλις έξι ημέρες αργότερα πέθανε ο σύζυγός μου, όχι εγώ. Ο άνδρας μου σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Εκείνος ήταν μόλις 38 ετών, εγώ ήμουν 37 και οι κόρες μας ήταν 9,5 και 1 έτους.
Και τότε αναρωτήθηκα: «Πώς να τον θάψω;». Δεν μπορούσα πια να πάω σε προτεσταντική εκκλησία. Και δόξα τω Θεώ που μερικές εβδομάδες νωρίτερα είχαμε γνωρίσει εκείνον τον Έλληνα ιερέα. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να του τηλεφωνήσω. Μπορείτε να φανταστείτε πώς τα κανόνισε όλα ο Θεός;
Ο σύζυγός μου, αν και προσηλυτίστηκε στον προτεσταντισμό, στα παιδικά του χρόνια είχε βαπτιστεί στην Ορθοδοξία. Και ο ιερέας είπε: «Εντάξει, θα τον θάψουμε ως Ορθόδοξο Χριστιανό».
Όλα έγιναν ως εκ θαύματος.
Στη συνέχεια έγιναν κι άλλα γεγονότα. Σε λίγες εβδομάδες έπρεπε να μπω στο νοσοκομείο, για να μου αφαιρέσουν τον έναν μαστό. Μόλις τρεις μέρες πριν από αυτό, οι τρεις κόρες μου είχαν βαπτιστεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία κι εγώ είχα χριστεί με μύρο. Πήγα στο νοσοκομείο για την επέμβαση την ημέρα των γενεθλίων του μακαριστού συζύγου μου.
Αποκτήσαμε εικόνες στο σπίτι μας. Για τους γονείς και τ’ αδέλφια μου αυτό ήταν ένα σοκ. Νομίζουν ότι έχω τρελαθεί λίγο, εξ αιτίας όλων αυτών των τραγικών γεγονότων και γι’ αυτό έχω απομακρυνθεί από την αληθινή τους πίστη. Ένας από τους αδελφούς μου (έχω οκτώ αδελφούς και μια ακόμη αδελφή) είπε: «Δεν είσαι πλέον αδελφή μου, είσαι αιρετική». Και ξέρω ότι οι συγγενείς μου εξακολουθούν να σκέφτονται έτσι και προσεύχονται να επιστρέψω στο δόγμα τους. Κι εγώ προσεύχομαι γι’ αυτούς, να έρθουν στην αληθινή πίστη.
Στη συνέχεια, στη Σάρλοτ βρήκα μια μικρή ρωσική εκκλησία της εικόνας της Παναγίας «Παντάνασσας» και άρχισα να πηγαίνω εκεί. Ο προϊστάμενος εκεί ήταν ένας καταπληκτικός ιερέας, ο πατέρας Αλέξανδρος Λογκουνόφ, ο οποίος παλιά λειτουργούσε στον καθεδρικό ναό της εικόνας της Παναγίας «Πάντων των θλιβομένων η Χαρά» στο Σαν Φρανσίσκο, όπου βρίσκονται τα λείψανα του Αγίου Ιωάννη της Σαγκάης και του Σαν Φρανσίσκο.
Περίπου την ίδια εποχή, πριν από μερικά χρόνια, οι κόρες μου κι εγώ μετακομίσαμε στη Βοστόνη κι εδώ βρήκαμε τον ρωσικό καθεδρικό ναό των Θεοφανείων. Σύντομα μετά απ’ αυτό άρχισε η πανδημία και για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν μπορούσα να βρω φίλους. Πηγαίναμε μόνο στις λειτουργίες και δεν γνωρίζαμε κανέναν εκεί. Όμως, αργότερα, η ενορία μας οργάνωσε ένα μεγάλο πικνίκ, όπου τελικά γνωρίσαμε άλλους πιστούς από την εκκλησία μας. Τα παιδιά εγγράφτηκαν στο κατηχητικό σχολείο κι εγώ, μάλλον για πρώτη φορά, ένιωσα μέλος της τοπικής ορθόδοξης κοινότητας.
Αν αισθάνθηκα ότι ήμουν Ορθόδοξη; Να πω το εξής: Ο Προτεσταντισμός έχει ένα είδος ανθρώπινης υπερηφάνιας, που θεωρούν ότι η πίστη τους είναι η πιο σωστή και όλες οι άλλες είναι αυταπάτες. Εκεί δεν υπάρχει ταπεινοφροσύνη. Δεν αναρωτιούνται μήπως κάνουν κάποιο λάθος; Μήπως η αλήθεια είναι κάπου αλλού; Το να ξεπεράσουν αυτήν την υπερηφάνεια είναι πολύ δύσκολο. Ένας Προτεστάντης είναι τόσο βυθισμένος σε αυτό και νιώθει την ιδιαιτερότητά του, που νομίζει ότι είναι στην αληθινή εκκλησία του Χριστού. Και πάντα αισθάνεται ότι έχει ήδη σωθεί: «Μετανόησα μια φορά και ο Χριστός θα με σώσει μόνο και μόνο επειδή πιστεύω». Θα έλεγα ότι είναι μια τολμηρή και περήφανη βεβαιότητα ότι αυτός θα παραμείνει με τον Χριστό ό,τι και αν κάνει στη ζωή του. Το σχέδιο σωτηρίας στον Προτεσταντισμό πραγματοποιείται μέσω της πίστης και μόνο, όχι μέσω της προσπάθειας (των έργων).
Στην Ορθοδοξία έχεις εντελώς διαφορετικά συναισθήματα. Αναγνωρίζεις την πεπτωκυία αμαρτωλή ανθρώπινη φύση σου, την «αναξιοπρέπειά» σου. Και παραδίνεσαι ολοκληρωτικά στον Κύριο για το έλεός Του. Η προσευχή «Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», που λέμε κάθε μέρα, μου θυμίζει ότι έχω ανάγκη το έλεος του Θεού. Δεν έχω την ίδια υπερήφανη αυτοπεποίθηση που έχουν οι Προτεστάντες. Συνειδητοποιώ ότι η σωτηρία απαιτεί προσπάθεια. Όπως λέει η Αγία Γραφή, η Βασιλεία του Θεού αποκτάται με προσπάθεια. Ο Προτεσταντισμός δεν το έχει αυτό, αλλά στην Ορθοδοξία ξέρω ότι χρειάζομαι τον αγιασμό, τον εκκλησιασμό, τη μετάληψη των Αγίων Δώρων, τη λειτουργία –όλ’ αυτά τα πράγματα είναι σημαντικά για τη σωτηρία. Όπως μας διδάσκει η πίστη μας, ο Χριστός μάς έσωσε, μας σώζει κι ελπίζουμε ότι θα μας σώσει. Δηλαδή, ο τρόπος της σωτηρίας είναι θέμα παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος, όχι κάποια στιγμή που αναγεννιέσαι και τέλος -δεν μπορείς να χάσεις τη σωτηρία τώρα.
Το πιο σημαντικό είναι ότι τίποτα απ’ όλ’ αυτά δεν είναι δικό μου επίτευγμα. Όλ’ αυτά με εκπλήττουν και αυτό μου δίνει ακόμη μεγαλύτερη σιγουριά ότι το έκανε ο ίδιος ο Θεός. Δεν το περίμενα καθόλου αυτό, δεν είχα σκεφτεί μια τέτοια επιλογή και μόνο ο Θεός θα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο. Ακόμα και τώρα, αρκετά χρόνια μετά τη μεταστροφή μου στην Ορθοδοξία, βλέπω ότι αυτό που μου συνέβη είναι απλώς ένα θαύμα του Θεού. Το εκτιμώ τόσο πολύ! Ο Χριστός λέει ότι η Βασιλεία του Θεού είναι σαν κάτι πολύτιμο. Και κάθε φορά που διαβάζω την παραβολή γι' αυτό το θέμα, είτε πρόκειται για ένα μαργαριτάρι είτε για έναν θησαυρό που βρέθηκε σ’ ένα χωράφι, συνειδητοποιώ ότι γι’ αυτό το κόσμημα πληρώθηκε πάντα ένα τίμημα. Ένας άνθρωπος εγκατέλειψε τα πάντα γι’ αυτό το μαργαριτάρι κι ένας άλλος για ν’ αγοράσει αυτό το χωράφι. Η Βασιλεία του Θεού είναι πάντα ακριβή, πολύτιμη, δεν δίνεται εύκολα και συχνά απαιτεί θυσίες.
Θα ήθελα, επίσης, να πω ότι από τότε που έγινα Ορθόδοξη Χριστιανή, έχω χάσει εντελώς το αίσθημα κενότητας και «πνευματικής χρεοκοπίας» που είχα. Αντίθετα, αισθάνομαι σαν ένα δοχείο που γεμίζει σιγά-σιγά με τα χρόνια. Κάθε φορά που πηγαίνω στην εκκλησία, εξομολογούμαι, λαμβάνω τα Άγια Δώρα, διαβάζω, γεμίζω όλο και περισσότερο. Και, ειλικρινά, νιώθω ότι δεν θα σταματήσω ποτέ να γεμίζω, γιατί η πίστη μας είναι ανεξάντλητη. Ποτέ δεν μπορούμε να φτάσουμε στην αίσθηση ότι την έχουμε ανακαλύψει πλήρως.
Έχω, επιτέλους, ειρήνη στην καρδιά μου μετά από 20 χρόνια απόγνωσης, φόβου, άγχους, κενότητας. Αισθάνθηκα πεπεισμένη ότι βρίσκομαι στον σωστό δρόμο, ο Κύριος είναι πραγματικά μαζί μου, είμαι μέρος της Εκκλησίας και του Σώματός Του. Δεν είχα αυτό το συναίσθημα στο παρελθόν: Κατηγορούσα τον εαυτό μου ότι κάτι δεν πήγαινε καλά μαζί μου, προσπαθούσα να πω στον εαυτό μου ότι έφταιγε η αδύναμη πίστη μου. Υπήρχε ένα συνεχές αίσθημα ενοχής μέσα μου, επειδή η πίστη απλώς δεν υπήρχε.
Τώρα όλα είναι διαφορετικά. Δεν χρειάζεται να επιβάλλω στον εαυτό μου την πίστη μου και την αίσθηση της ειρήνης. Όλ’ αυτά προέρχονται πραγματικά από την Εκκλησία, από τον Θεό, από το Σώμα Του και από τον Λόγο Του. Και το γεγονός ότι επέζησα μετά από μια σειρά τραγωδιών, που μου συνέβησαν, οφείλεται στην Ορθόδοξη πίστη και στην Εκκλησία! Βρισκόμουν στο πνευματικό σημείο μηδέν και θα είχα χαθεί, αν δεν είχα βρει την Αλήθεια, λίγες εβδομάδες πριν απ’ όλες τις «αναταράξεις» που πέρασα.
Αν και ήταν μόνο η αρχή του ταξιδιού μου στην Εκκλησία, μου δόθηκε δύναμη κι ελπίδα για να επιβιώσω. Όταν όλα κατέρρευσαν στη ζωή μου, η Ορθόδοξη πίστη μου έγινε σαν μια ακτίνα φωτός, που έλαμψε κάπου βαθιά μέσα στο σκοτάδι και μου έδωσε ελπίδα ότι όλα θα πάνε καλά. Είχα την εξής σκέψη: Αν ο Κύριος με οδήγησε στην Αλήθεια, τότε δεν θα με άφηνε να χαθώ. Μου έδινε δύναμη η σκέψη ότι Εκείνος ήταν μαζί μου κι εγώ ήμουν μαζί Του. Πριν βρω την Ορθοδοξία, δεν είχα τέτοιο συναίσθημα, ένιωθα εντελώς χαμένη. Τώρα, όμως, είδα πώς ο Κύριος μου αποκάλυψε με θαυμαστό τρόπο την Αλήθεια, πράγμα που σημαίνει ότι θα με οδηγήσει στη σωτηρία και της ψυχής και του σώματος. Και αυτό μου έδωσε κι εξακολουθεί να μου δίνει ειρήνη και χαρά.
https://gr.pravoslavie.ru/163267.html
<>
Ιερέας Ιωάννης Περεβέζεντσεβ: «Το βιβλίο μού καρφώθηκε τόσο πολύ που αντικατέστησα την ιατρική μου ποδιά με το ράσο»
«Για μεγάλο χρονικό διάστημα κρατούσα αρκετά αντίτυπα κάτω από το εξομολογητικό αναλόγιο και πρότεινα στους ανθρώπους να πάρουν το βιβλίο... Κάποιοι με ευχαριστούσαν, άλλοι δυσανασχετούσαν». Ο ιερέας Ιωάννης Περεβέζεντσεβ, κληρικός του Ιερού Ναού Μεταμόρφωσης του Σωτήρος της πόλης Ρίμπινσκ, διηγείται πώς ένα αγαπημένο του βιβλίο άλλαξε την κοσμοθεωρία και την πορεία της ζωής του.
Πώς ένας γιατρός να θεραπεύσει ασθενή, αν ο ίδιος ο γιατρός είναι πολύ πιο άρρωστος;
Το αγαπημένο μου βιβλίο δεν είναι καθόλου ιατρική εγκυκλοπαίδεια, αν και περιστασιακά προσφέρω συμβουλευτική ως γιατρός. Ακόμη και το Ευαγγέλιο έγινε, πολύ αργότερα, ένα τέτοιο βιβλίο. Ο Κύριος με άγγιξε, όταν έπεσε τυχαία στα χέρια μου μια μπροσούρα.
Εκείνη την εποχή σπούδαζα στην Ιατρική Σχολή. Είχα βαπτιστεί, αλλά δεν φορούσα σταυρό. Ο βαπτιστικός μου σταυρός ήταν κρεμασμένος κάπου στο σπίτι με μια κλωστή. Τότε εγώ, νέος και μοντέρνος, αγόρασα έναν καινούργιο, μεγάλο ασημένιο σταυρό. Πήγα στην εκκλησία για να μου τον διαβάσουν. Χάζευα σε ένα ράφι με βιβλία. Βλέπω ένα βιβλιαράκι της σειράς «Το αλφαβητάρι της Ορθοδοξίας». Ήταν φτηνή έκδοση σε κακό χαρτί και ήταν έργο του Μεγαλόσχημου Ηγουμένου Σάββα (Οσταπένκο). Το βιβλίο του είχε τίτλο «Οι καρποί της αληθινής μετάνοιας». Δεν μπορούσα να σταματήσω να το διαβάζω.
Όλα στη ζωή μου είχαν τη σειρά τους. Σπούδαζα, δούλευα σε νοσοκομείο, αλλά από τη στιγμή που έπεσε στα χέρια μου αυτό το βιβλίο, συνειδητοποίησα ότι η ζωή διαφέρει από αυτή που προβάλλεται στην τηλεόραση. Ο άνθρωπος είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα σώμα. Υπάρχει κάτι κρυμμένο μέσα του που δεν μπορεί να το δει ή να το ακούσει κανείς με τα μάτια ή τα αυτιά. Η συνειδητοποίηση ότι η μέχρι τότε κοσμοθεωρία μου ήταν λαθεμένη άρχισε να με κινεί προς τον Θεό.
Τότε ήταν που ο Κύριος μου έστειλε έναν άνθρωπο, ο οποίος με ρώτησε: «Είναι καλό που είσαι μελλοντικός γιατρός. Έχω όμως μια ερώτηση για σένα: Πώς μπορεί ένας γιατρός να θεραπεύει ασθενή, όταν ο γιατρός είναι πολύ πιο άρρωστος από αυτόν που θεραπεύει;»
Και εγώ ο ίδιος έχω σκεφτεί πολλές φορές ότι η ασθένεια δεν κρύβεται στο σώμα. Ξεκινά από μέσα. Και όταν κάποιος δεν τα καταφέρνει «εκεί μέσα», η «ασθένεια» εκδηλώνεται προς τα έξω. Για παράδειγμα, το έλκος. Δεν προκύπτει από μόνο του στο στομάχι. Μπορούμε να τρώμε πιο λιγοστό, ακατάλληλο, από άποψη διαιτολογίας, φαγητό, αλλά το στομάχι μας δεν θα υποφέρει, αν έχουμε ήρεμη, ειρηνική και ιλαρή διάθεση. Μπορεί όμως, αντίθετα, να τρώμε στα καλύτερα εστιατόρια, βραβευμένα με αστέρια Michelin, να καταναλώνουμε εκλεκτά φαγητά, να πίνουμε ακριβά ποτά, και παράλληλα να κατακρίνουμε, να ζηλεύουμε, να εκνευριζόμαστε, να θυμώνουμε. Και ολόκληρη η βλεννογόνος μεμβράνη του στομάχου μας θα είναι γεμάτη τρύπες και το σώμα μας θα βασανίζεται από πόνους.
Άργησα να αντικαταστήσω την ιατρική μου ποδιά με το ράσο
Συγκινήθηκα από την ποίηση του Ηγουμένου Σάββα. Ειδικά από το «Όραμα του Αποστόλου Παύλου». Σε αυτό το ποίημα τα στοιχεία της φύσης ζητούν την άδεια από τον Θεό να θέσει τέρμα στις ανθρώπινες ανομίες και στην ίδια την ανθρωπότητα, που μολύνει τον κόσμο με την αμαρτία. Αλλά κάθε φορά ο Κύριος απαντά στα ερωτήματα της φωτιάς, του νερού και του αέρα ότι δεν είναι ακόμη καιρός και περιμένει τη μετάνοια.
Με μια πολύ προσιτή γλώσσα, ο μεγαλόσχημος ηγούμενος συλλογίζεται για ποιο λόγο έρχεται στον κόσμο ο άνθρωπος, ποιος είναι ο προορισμός του, ποια μορφή μπορεί να έχει η μετάνοια. Το άφησα να περάσει από μέσα μου και σύντομα άνοιξα το Ευαγγέλιο. Κατάλαβα ότι ο Κύριος περιμένει από μένα να μετανοήσω ειλικρινά για τα ψεύδη, στα οποία εξακολουθούσα να παραμένω. Είναι έτοιμος να με βοηθήσει να εκπληρωθώ, να τελειοποιηθώ. Από μένα το μόνο που απαιτείται είναι να μην αμφιβάλλω ότι είναι ο στοργικός Ουράνιος Πατέρας που με κρατάει από το χέρι. Να μην αποσύρω το χέρι μου, να ακούω τα βήματά Του, να κινούμαι προς την κατεύθυνση που Εκείνος οδηγεί – αυτό είναι το μόνο που χρειάζεται να κάνω.
Αν ο γιατρός αντιμετωπίζει τον ασθενή μόνο ως σώμα που πρέπει να θεραπεύει, αν ξεχνά ότι πίσω από το βιολογικό αντικείμενο που ήρθε με το πρόβλημα, κρύβεται κάτι πολύ περισσότερο από ένα σωματικό κέλυφος, τότε αυτό είναι καταστροφή, τότε ο γιατρός είναι «τελειωμένος».
Μοιάζει περισσότερο με υδραυλικό που επιδιορθώνει βλάβες ή με μηχανικό αυτοκινήτων που αντικαθιστά σπασμένα εξαρτήματα. Άλλωστε, ο άνθρωπος για μένα ήταν και είναι πολύ περισσότερο από την ασθένειά του.
Άρχισα να παρατηρώ, όμως, ότι πίσω από τη βιασύνη και πολυπραγμοσύνη, τη φροντίδα ότι πρέπει να γράψεις συνταγή ή παραπεμπτικό για εξέταση, χάνεις πραγματικά τον άνθρωπο. Ίσως στο γιατρό ενεργοποιείται αμυντικός μηχανισμός, όταν η συμπόνια του πρέπει να παραμεριστεί για χάρη του καλού που πρέπει να γίνει άμεσα. Συνειδητοποίησα για τον εαυτό μου ότι ένας πραγματικός γιατρός καλείται να θεραπεύσει το σωματικό και το πνευματικό στην πληρότητά του. Έτσι, άρχισε η αναγέννηση της κοσμοθεωρίας μου. Το βιβλίο ήταν η αρχή για να αντιλαμβάνομαι όλα όσα συμβαίνουν γύρω μου όχι μέσα από το πρίσμα αυτού του κόσμου στον οποίο ζούμε, αλλά μέσα από το πρίσμα του τι θα μας συμβεί όταν φύγουμε από αυτόν τον κόσμο.
Το βιβλίο μού καρφώθηκε τόσο πολύ που το ξαναδιάβασα αρκετές φορές. Δεν αποφάσισα αμέσως να αντικαταστήσω την ιατρική μου ποδιά με ράσο, αλλά όταν το έκανα, συνειδητοποίησα ότι ήθελα να μοιραστώ το βιβλίο με όσους κινούνταν στο δρόμο της πνευματικής ανάπτυξης, όπως και εγώ.
Κάποιοι έρχονταν να με ευχαριστήσουν, ενώ άλλοι δυσανασχετούσαν
Εκείνη την εποχή σταμάτησαν να εκτυπώνουν το συγκεκριμένο βιβλιαράκι. Με τον ίδιο τίτλο και συγγραφέα, αλλά με διαφορετικό περιεχόμενο εκδίδονταν άλλα έργα του Ηγουμένου Σάββα. Τότε, με την ευλογία του Σεβασμιώτατου και με την άδεια του καθηγούμενου της Λαύρας των Σπηλαίων του Πσκοφ, την επανεκδώσαμε στο Ρίμπινσκ. Το τιράζ ήταν αρκετά μεγάλο – 40 χιλιάδες αντίτυπα.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα φύλαγα αρκετά αντίτυπα κάτω από το εξομολογητικό αναλόγιο και τα πρόσφερα στον κόσμο. Τους έλεγα ότι αν δεν μπορέσουν να το τελειώσουν, μπορούσαν να το επιστρέψουν, και ότι αν μιλούσε στην καρδιά τους, μπορούσαν να το κρατήσουν ή να το δώσουν σε κάποιον άλλον. Κάποιοι άνθρωποι έρχονταν μετά για να με ευχαριστήσουν, ενώ άλλοι δυσανασχετούσαν: «Μα πώς μπορεί κανείς να ζει με τέτοιες αρχές;».
Και πράγματι, αυτό φαίνεται αδύνατο: να εφαρμόζουμε στη ζωή όλη την πληρότητα της ευαγγελικής τελειότητας, στην οποία μας καλεί ο Χριστός.
Πώς μπορείς, όταν έχεις μόνο δύο ρούχα, να κρατήσεις μόνο το ένα για τον εαυτό σου; Πώς να μην φροντίζεις για τίποτα όταν ξεκινάς ένα ταξίδι: να μην μαζεύεις χαλκό στην τσέπη σου ούτε φαγητό για ώρα ανάγκης; Πώς μπορείς να παραδώσεις τον εαυτό σου στα χέρια των συκοφαντών και των φθονερών; Πώς να σιωπάς και να μην ανταποδίδεις, όταν σε χτυπούν στο ένα μάγουλο, και μάλιστα να γυρίζεις και το άλλο; Ναι, δεν είναι εύκολο.
Γνωρίζουμε όμως ότι οι άγιοι έγιναν άγιοι όχι τη στιγμή που αντιλαμβάνονταν την αλήθεια του Ευαγγελίου ως αλήθεια, αλλά όταν με την ίδια τους τη ζωή την ενσάρκωναν στα λόγια και στις πράξεις τους. Τότε που ξεκινούσαν με κάτι απλό: με σωματική εγκράτεια και περιορισμό της τροφής. Τότε που παρέμεναν αφοσιωμένοι στην αδιάλειπτη προσευχή. Όταν η ανθρώπινη καρδιά αναζητά το ύψος του αγώνα, αρχίζει να κινείται στο δρόμο της ομοιότητας με τον Θεό.
Για τους περισσότερους Ορθόδοξους Χριστιανούς, όλοι αυτοί οι μοναχικοί αγώνες φαντάζουν ως κάτι απίστευτα δύσκολο. Όμως, ο μοναχός δεν διαφέρει πολύ από τον λαϊκό. Εκτός από το γεγονός που δίνει υποσχέσεις ενώπιον του Θεού, ότι θα είναι ακτήμων, θα παραμείνει εν υπακοή, θα απέχει από το γάμο. Σε όλα τα υπόλοιπα, η αλήθεια του Ευαγγελίου ισχύει και για τον λαϊκό όπως ακριβώς ισχύει και για τον μοναχό. Μπορούμε να ζούμε στον κόσμο όπως σε μοναστήρι – στην υπακοή, στην καλοσύνη και στην ακακία – όπως μπορούμε να ζούμε σε μοναστήρι και να κοιτάζουμε έξω από τον φράχτη και να αντιμιλάμε στους πάντες. Είναι δύσκολο να ακολουθούμε τις εντολές. Όχι, όμως, επειδή ο Θεός δεν είναι έτοιμος να δίνει δυνάμεις στον άνθρωπο, αλλά επειδή ο άνθρωπος εσωτερικά δεν είναι έτοιμος να αντέχει στις δυσκολίες.
https://gr.pravoslavie.ru/167268.html
<>
«Κατά τη διάρκεια της βάπτισης λιποθύμησα ξαφνικά»: Ο πρώτος ορθόδοξος ιερέας κούρδος μας διηγείται για την αλλαγή στη ζωή του
Ιερομόναχος Μαντάϊ (Μαάμντι)
Ο ιερομόναχος Μαντάι (Μαάμντι) λέει:
Είμαι ορθόδοξος Κούρδος που γεννήθηκε στη Γεωργία από οικογένεια Γιαζίντι. Οι Κούρδοι ζουν στα κοντά εδάφη της Συρίας, του Ιράν, του Ιράκ και της Τουρκίας, μια γεωγραφική περιοχή που συνήθως αναφέρεται ως Κουρδιστάν («Γη των Κούρδων»). Μετά τη γενοκτονία του λαού μας στο τουρκικό Κουρδιστάν (το ανατολικό τμήμα της Τουρκίας, όπου η πλειονότητα του πληθυσμού είναι Κούρδοι. - σ.σ. σημείωση) στις αρχές του ΧΧ αιώνα, οι πρόγονοί μου μετανάστευσαν στην Αρμενία και από εκεί στη Γεωργία, τη Ρωσία και άλλες κοντινές χώρες. Στην Τιφλίδα, ο πατέρας μου ήταν τσαγκάρης και η μητέρα μου πέρασε τη ζωή της φροντίζοντας εμάς τα παιδιά. Δεν ζούσαμε καλά, αλλά οι γονείς μας, μάς δίδαξαν από την παιδική ηλικία να εκτιμούμε ό,τι είχαμε.
Η γιαγιά μου συνήθιζε να λέει: «Από εθνικότητα είμαστε Γιαζίντι, η πίστη μας είναι ο Γιαζιντισμός και η γλώσσα μας είναι Γιαζίντι». Ρωτούσα ποιοι είναι οι Κούρδοι και μου εξηγούσε ότι «οι Κούρδοι είναι Γιαζίντι που έχουν ασπαστεί το Ισλάμ, και παρόλο που είμαστε ένας λαός, δεν αποκαλούμε τους εαυτούς μας Κούρδους γιατί οι Κούρδοι είναι μουσουλμάνοι». Αυτή η αντιφατική δήλωση σχηματίστηκε λόγω της θρησκευτικής καταπίεσης των Γιαζίντι από τους Τούρκους και τους μουσουλμάνους Κούρδους. Ιστορικά, είναι ένας λαός, αλλά λόγω των θρησκευτικών διαφορών, οι Γιαζίντι έχουν κλειστεί στον εαυτό τους.
Η πίστη των Γιαζίντι είναι μια από τις ιδιαιτερότητες του λαού μας. Στην αρχαιότητα οι Κούρδοι ομολογούσαν τον ζωροαστρισμό και εν μέρει τον Χριστιανισμό, αλλά με την πάροδο του χρόνου εξισλαμίστηκαν βίαια. Και τον XI-XII αιώνα ορισμένοι Κούρδοι ακολούθησαν τον σούφι μυστικιστή Σεΐχη Άντι (σύμφωνα με ιστορικές πηγές αποκαλείται «Σεΐχης και Ιμάμης των Κούρδων»). Στην αρχή ήταν απλώς μία από τις κατευθύνσεις του Ισλάμ, και στη συνέχεια διαχωρίστηκε από αυτό, έχοντας απορροφήσει πολλές παγανιστικές, εβραϊκές και χριστιανικές ιδέες και από τον XIV-XVII αιώνα μετατράπηκε σε ανεξάρτητη θρησκεία, γνωστή σε εμάς σήμερα ως «Γιαζιντισμός». Οι Γιαζίντι πιστεύουν σε έναν Θεό και τους επτά αγγέλους του που κρατάνε την γη σε μια ομαλή κατάσταση. Ο κυριότερος είναι ο Μαλάκ Τάβους (συχνά απεικονίζεται ως παγώνι ή κόκορας). Στη βιβλική και κορανική παράδοση, είναι ένας έκπτωτος άγγελος τον οποίο ο Θεός απέβαλε από τον παράδεισο λόγω ανυπακοής. Αλλά οι Γιαζίντι πιστεύουν ότι αργότερα ο Θεός τον συγχώρεσε και τον έκανε τον κύριο και φύλακα άγγελο των Γιαζίντι. Ως εκ τούτου, οι Γιαζίντι απαγορεύεται να αποκαλούν τον Ντενίτσα σαϊτάν (ή διάβολο), για το οποίο μερικές φορές κατηγορούνται για λατρεία του διαβόλου. Στην πραγματικότητα, αυτό δεν είναι το πιο σαγηνευτικό πράγμα στον Γιαζιντινισμό: παρά το γεγονός ότι πιστεύουν σε έναν Θεό, οι Γιαζίντι λατρεύουν τον ήλιο, τα φυσικά στοιχεία και το ειδωλολατρικό άγαλμα «σιντζάκ».
Δεν βλέπουν καμία αντίφαση σε αυτή τη λατρεία και τις εικόνες στο σπίτι και ακόμη και στην επίσκεψη σε ορθόδοξες εκκλησίες. Αυτό συνέβαινε και στην οικογένειά μας. Όμως με τράβηξε ακαταμάχητα ο Χριστός, για τον οποίο είχα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Και το 2002, όταν η οικογένειά μας μετακόμισε από την Τιφλίδα στη Μόσχα, μου δόθηκε η Καινή Διαθήκη. Από εκεί ξεκίνησαν όλα.
“Άρχισα να διαβάζω το Ευαγγέλιο κάθε μέρα. Περνούσα πέντε ώρες και μερικές φορές όλη τη νύχτα. Διάβαζα και δεν μπορούσα να χορτάσω, έμαθα κάποια αποσπάσματα απ' έξω και αναρωτιόμουν πώς άλλαζε ο κόσμος γύρω μου. Αυτή η πρώτη συνάντηση με τον Κύριο έφερε τα πάνω κάτω στη ζωή μου, ειδικά όταν προσευχήθηκα σ' Αυτόν και έλαβα απαντήσεις σε όλες τις ερωτήσεις μου. Απλώς Τον ερωτεύτηκα. Μου έκανε εντύπωση ότι είναι δυνατόν να έχουμε προσωπική σχέση με τον Θεό. Ο Γιαζιντισμός δεν το δίνει αυτό. Δεν υπάρχει συνάντηση με τον Θεό, δεν υπάρχει επαφή μαζί Του. Ο Θεός των Γιαζίντι είναι πολύ μακριά από τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει εκεί αυτή η κατάσταση, για την οποία ο Δαβίδ έγραψε: γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος· μακάριος ἀνήρ, ὃς ἐλπίζει ἐπ᾿ αὐτόν.! (Ψαλμός 33:9).”
Τελικά αποφάσισα να βαπτιστώ. Ήρθα στην εκκλησία για τη λειτουργία, αλλά άντεξα μόνο για λίγα λεπτά, ξαφνικά δεν αισθάνθηκα καλά. Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στο Νίζνι Νόβγκοροντ, συνάντησα έναν ιερέα που με βοήθησε να προετοιμαστώ για τη βάπτιση.
Και το 2007, την ημέρα της Πεντηκοστής, βαπτίστηκα. Εκείνο το πρωί ξύπνησα με φόβο και άγριο βάρος στην καρδιά μου. Ήρθα στην εκκλησία, ο ιερέας με ρώτησε: «Δεν θέλεις να το σκάσεις;» Αλλά δεν ήθελα να φύγω μακριά. Και εδώ αρχίζει να λειτουργώ, ο επίσκοπος βάζει το χέρι του στο κεφάλι μου, και εγώ ξαφνικά ... λιποθύμησα. Ανοίγω τα μάτια μου και τον βλέπω να με ραντίζει με αγιασμό. Και όταν μετά τη βάπτιση γυρίσαμε γύρω από την κολυμβήθρα με κεριά στα χέρια μας, ως ένδειξη της αιώνιας ένωσης με τον Χριστό, ένιωσα πώς η καρδιά μου μεταμορφωνόταν με κάθε βήμα. Ανείπωτη χαρά, ειρήνη και φως με γέμισαν. Κατά τη βάπτισή μου έλαβα το όνομα Σεραφείμ.
Από την παιδική μου ηλικία με στοίχειωναν ανεξήγητες κρίσεις φόβου. Μπορούσα να ξυπνάω τη νύχτα τρομοκρατημένος και να περιφέρομαι στο σπίτι μέχρι να ηρεμήσω. Κάτι με τρόμαζε συνεχώς, αλλά δεν καταλάβαινα τι ήταν και πώς να απαλλαγώ από αυτό. Και αφού βαπτίστηκα, όλα αυτά εξαφανίστηκαν. Εντελώς. Έγινα ένας νέος άνθρωπος, ο κόσμος, οι άνθρωποι, ο εαυτός μου με έβλεπαν πλέον εντελώς διαφορετικά. Και το πιο σημαντικό είναι ότι και οι άνθρωποι γύρω μου παρατήρησαν αυτές τις αλλαγές. Ο Χριστός έγινε το νόημα της ζωής μου και στόχος μου ήταν να Τον ακολουθήσω. Φυσικά, οι συγγενείς μου ήταν εναντίον της βάπτισης: για τους Γιαζίντι είναι πραγματικό έγκλημα να απαρνηθούν την πίστη τους. Αλλά αφού βαπτίστηκα, με τη βοήθεια του Θεού κατάφερα να τους δείξω ότι ο χριστιανισμός δίνει στον άνθρωπο την ευκαιρία να αγγίξει τον Ζωντανό Θεό. Και σχεδόν όλοι οι Γιαζίντι στον κύκλο μου βαπτίστηκαν.
Αλλά οι απότομες ανατροπές στη ζωή μου δεν τελείωσαν εκεί. Ένιωσα ότι ο Κύριος με καλούσε να γίνω πολεμιστής του Λόγου στον μεγάλο πόλεμο για τις ψυχές των ανθρώπων. Σταδιακά συνειδητοποίησα ότι ήθελα να αφιερωθώ στον Θεό και στους ανθρώπους. Ακόμη και πριν από τη βάπτισή μου ένιωσα την κλήση στον μοναχισμό, αυτός ο δρόμος κατά τη γνώμη μου είναι ταυτόσημος με τον ιεραποστολικό δρόμο, διότι το κήρυγμα του Ευαγγελίου απαιτεί την απάρνηση των πάντων.
Αλλά αυτή η απόφαση ήταν δύσκολη για μένα, γιατί ακόμη και μεταξύ των Ορθοδόξων δεν βρήκα πραγματικά κατανόηση σε αυτή την επιθυμία. Και η συνάντησή μου με τον γέροντα Διονύσιο και την αδελφότητα της Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου «Άξιον Εστί» έγινε στήριγμα για μένα. Το 2014, χειροτονήθηκα ως μοναχός με το όνομα Μαντάι, προς τιμήν του εγγονού του Νώε, τον οποίο οι Κούρδοι θεωρούν προπάτορα του λαού τους. Αμέσως, επικράτησε πλήρης ησυχία στο μυαλό και την ψυχή μου. Η καρδιά μου δόθηκε για πάντα στον Θεό. Και όταν αγαπάς κάποιον, θέλεις να είσαι συνέχεια με τον αγαπημένο σου. Έτσι, ο μοναχισμός είναι μια ευκαιρία να μην αποχωριστείς ποτέ τον Κύριο. Από τότε αφοσιώθηκα στην ιεραποστολή, μεταφράζω ορθόδοξα βιβλία και λειτουργικά κείμενα στα κουρδικά και μπήκα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Και το 2023, με την ευλογία του Πατριάρχη της Γεωργίας Ηλία Β', ο επίσκοπος Σάββα με χειροτόνησε ιερέα. Έτσι έγινα ορθόδοξος ιερέας, κάτι που χιλιάδες ορθόδοξοι Κούρδοι λαχταρούσαν όλα αυτά τα χρόνια. Το γεγονός αυτό ενέπνευσε πολλούς Κούρδους και έστρεψε το βλέμμα τους προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, στην οποία η κουρδική γλώσσα και ο κουρδικός λαός βρήκαν θέση. Παρά το γεγονός ότι οι πρόγονοί μας, οι Μάγοι, ήρθαν να προσκυνήσουν το Θείο Βρέφος στη Βηθλεέμ, η χριστιανική πίστη δεν μπόρεσε να ριζώσει στους ιρανικούς λαούς για δύο χιλιάδες χρόνια. Μόλις την τρίτη χιλιετία οι Κούρδοι άρχισαν να δέχονται τον Χριστό. Αναγνώρισαν τελικά στον χριστιανισμό αυτό που τον κάνει μοναδικό - τον Ιησού Χριστό, τον ενσαρκωμένο Θεό. Είναι τόσο διαφορετικός από τους θεούς που απαιτούν θυσίες και προσφορές!
Ο Θεός μας προσφέρει τον εαυτό του ως θυσία. Όχι μόνο πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, αλλά σε κάθε λειτουργία. Έτσι ώστε όταν κοινωνούμε, να γινόμαστε μέρος Εκείνου, του οποίου το Σώμα και το Αίμα λαμβάνουμε, και να βρίσκουμε την αληθινή ενότητα μεταξύ μας. Σε αυτή την πράξη αυταπάρνησης και αυτοθυσίας, ο Θεός ανατρέπει εντελώς τη συμβατική σκέψη. Ο Χριστός δεν μας καλεί να προσέλθουμε σ' Αυτόν με δώρα, αλλά με τις αμαρτίες, τις αδυναμίες και τα βάσανά μας. Και σε αντάλλαγμα μας δίνει τα πάντα: ζωή, συγχώρεση, αγάπη, σωτηρία και άπειρο έλεος.
<>
Οι πρώτοι που ασπάστηκαν την Ορθοδοξία ήταν οι σαμουράι
— Δέσποτα, στη Ρωσία, δυστυχώς, πολύ λίγοι γνωρίζουν για την Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ιαπωνία, για τις ιδιαιτερότητες και την ιστορία της. Μπορείτε να μας πείτε, παρακαλώ, πώς ξεκίνησαν όλα;
— Ο χριστιανισμός ήρθε στην Ιαπωνία τον 16ο αιώνα. Ήταν καθολικές ιεραποστολές. Εξαπλώθηκαν αρκετά σε όλη τη χώρα. Αλλά μετά από αυτό η Ιαπωνία είχε κλείσει τα σύνορα για τους ξένους για τριακόσια χρόνια, δεν υπήρχε ουσιαστικά καμία επιρροή από το εξωτερικό. Και μόνο στην δεκαετία του εξήντα του 19 αιώνα άρχισαν και πάλι οι διπλωματικές σχέσεις, έλαβε χώρα το λεγόμενο «άνοιγμα της χώρας». Η διείσδυση της δυτικής κουλτούρας συνεχίστηκε, και χριστιανοί ιεροκήρυκες από την Αμερική, την Ολλανδία, τη Ρωσία… εμφανίστηκαν και πάλι στη χώρα. Τότε ήταν που ήρθε στην Ιαπωνία ένας νεαρός ιερέας, ο μελλοντικός Άγιος Νικόλαος της Ιαπωνίας. Με την εμφάνισή του αρχίζει και η ιστορία της ιαπωνικής Ορθοδοξίας.
Εκείνη την εποχή οι Ιάπωνες δεν έβλεπαν καμία διαφορά μεταξύ των χριστιανικών ομολογιών: είτε προτεσταντισμός, είτε καθολικισμός, είτε ορθοδοξία, γι' αυτούς όλα ήταν το ίδιο. H σφαίρα επιρροής τους χωρίζονταν μόνο από ένα χαρακτηριστικό, το γεωγραφικό: κάθε μία από αυτές κυριαρχούσε στην περιοχή όπου είχαν αρχικά εγκατασταθεί οι ιεροκήρυκες. Έτσι, η Ορθοδοξία εξαπλώθηκε στα βόρεια εδάφη και η πλειονότητα των προτεσταντών ιερέων εγκαταστάθηκε στην Ανατολική Ιαπωνία. Όπως λένε, έτσι είναι ιστορικά.....
Φυσικά, ο καθένας κήρυττε με διαφορετικό τρόπο. Αλλά το κύριο πρόβλημα για όλους τους ήταν να εξηγήσουν στους απλούς Ιάπωνες ποιος είναι ο Θεός. Αυτό εξακολουθεί να είναι πολύ δύσκολο, επειδή η έννοια του Ενός Θεού δεν υπήρξε ποτέ στην παραδοσιακή ιαπωνική κουλτούρα. Ως εκ τούτου, το σημαντικότερο έργο της χριστιανικής ιεραποστολής στην Ιαπωνία ήταν να μεταφραστεί Αγία Γραφή στα ιαπωνικά. Και όταν ο Άγιος Νικόλαος ήρθε στην Ιαπωνία, ασχολήθηκε επίσης με το ζήτημα της μετάφρασης.
Στράφηκε στην κινεζική έκδοση. Η Ορθοδοξία είχε έρθει στην Κίνα κάπως νωρίτερα και η Αγία Γραφή είχε μεταφραστεί εκεί πριν από καιρό. Και επειδή η ιαπωνική και η κινεζική γλώσσα έχουν κοινά χαρακτηριστικά, η μετάφραση αυτή ήταν μια καλή βοήθεια.
Αλλά ακόμη και με μία υπαρκτή μετάφραση δεν λύνεται το πρόβλημα της κατανόησης για τον Ένα Θεό και την Αγία Τριάδα σε ένα προφορικό κήρυγμα στους Ιάπωνες. Νομίζω ότι ούτε στη Ρωσία είναι τόσο εύκολο να το εξηγήσει κανείς σε μη εκκλησιαστικούς ανθρώπους, παρόλο που η Ρωσία είναι μια χώρα με χιλιάδων ετών χριστιανική ιστορία, και υπό την επίδραση της Ορθοδοξίας διαμορφώθηκε όλος ο πολιτισμός και η ιστορία της. Τι να πούμε για την Ιαπωνία…
Ένα άλλο ζήτημα είναι πώς αντιλαμβάνονται οι ίδιοι οι Ιάπωνες την Ορθοδοξία; Ως πίστη, δηλαδή, αυτό που καθορίζει τη ζωή τους; Ή ως μέρος του πολιτισμού που ήρθε από τη Δύση; Δυστυχώς, η δεύτερη επιλογή είναι πολύ πιο συνηθισμένη. Άλλωστε, η Ορθοδοξία ήρθε σε εμάς από τη Ρωσία και πολλοί άνθρωποι τη συνδέουν με τη Ρωσία. Και ποιες είναι τώρα οι ρωσο-ιαπωνικές σχέσεις; Εδώ θα βρείτε και την απάντηση, γιατί η Ορθοδοξία σε εμάς είναι λιγότερο δημοφιλής, από ό, τι, ας πούμε, ο Καθολικισμός.
— Επίσης, γιατί η Ορθοδοξία γίνεται πιο συχνά αντιληπτή στην Ιαπωνία ως πολιτισμικό φαινόμενο παρά ως πίστη;
— Υπάρχουν διάφοροι λόγοι. Πρώτον, η ευρεία εξάπλωση του Χριστιανισμού άρχισε στην Ιαπωνία τον δέκατο ένατο αιώνα, κατά την εποχή Μέιτζι, όταν ο δυτικός πολιτισμός κατέκλυσε την Ιαπωνία. Φυσικά, ο χριστιανισμός έγινε αντιληπτός ως στοιχείο αυτού του πολιτισμού: μια ιδιαίτερη λογοτεχνία, ένα ιδιαίτερο είδος εικονογραφίας… Η αντίληψη αυτή ενισχύθηκε από τους προτεστάντες ιεροκήρυκες που έδιναν έμφαση στην ηθική και δεοντολογική πλευρά του χριστιανισμού.
Δεύτερον, στην ιαπωνική γλώσσα δεν υπάρχει η έννοια της πίστης. Πώς, για παράδειγμα, μεταφράζεται η λέξη «Ορθοδοξία» στα ιαπωνικά; — «Σεικέ», δηλαδή «σωστό δόγμα». Το οποίο, σε γενικές γραμμές, είναι κατανοητό, διότι οι παραδοσιακές θρησκείες της Ιαπωνίας, ο Σιντοϊσμός και ο Βουδισμός, είναι, πρώτα απ' όλα, διδασκαλίες, που ορίζουν πώς να ζει κανείς, πώς να ενεργεί σε αυτή ή σε άλλη την κατάσταση. Σε αυτές τις θρησκευτικές παραδόσεις δεν υπάρχουν έννοιες όπως η σωτηρία της ψυχής για την αιώνια ζωή, η προσωπική κοινωνία με τον Θεό, η Θεϊκή Προσωπικότητα και ούτω καθεξής. Ενώ οι Χριστιανοί πιστεύουν στην Ανάσταση του Χριστού, αποδέχονται αυτό το γεγονός ως γεγονός και ως ευκαιρία για την προσωπική τους σωτηρία. Η διαφορά, όπως μπορείτε να δείτε, είναι τεράστια.
Και παρ' όλα αυτά, στην Ιαπωνία υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δέχονται τον Χριστό με όλη τους την καρδιά και η Ορθοδοξία γι' αυτούς είναι πίστη, κάτι που αλλάζει τη ζωή τους. Στην εποχή Μέιτζι υπήρχαν εκείνοι που άκουσαν το κήρυγμα του Αγίου Νικολάου και τον ακολούθησαν.
— Ήταν άνθρωποι που το αναζητούσαν βαθιά μέσα τους;
— Μάλλον σε βαθιά εσωτερική κρίση. Παραδόξως, ήταν σαμουράι. Βρίσκεται στα βόρεια της Ιαπωνίας, το Χακοντάτε, όταν ο Άγιος Νικόλαος ήρθε εκεί; Ήταν ένα μέρος όπου ζούσαν άνθρωποι της παλιάς Ιαπωνίας, της Ιαπωνίας που είχε χάσει στην επανάσταση του αυτοκράτορα Μέιτζι, η οποία ανέτρεψε τον σογκούν Τοκουγκάβα και μετέφερε επίσημα την εξουσία στον αυτοκράτορα. Οι άνθρωποι της Τοκουγκάβα είχαν χάσει κάθε ελπίδα για ζωή, όπως οι ευγενείς στη Ρωσία μετά το 1917. Ήταν μορφωμένοι άνθρωποι, με τον τύπο σκέψης των σαμουράι, δηλαδή έτοιμοι να θυσιαστούν, να ζήσουν για χάρη μιας ιδέας. Αλλά έχασαν τη θέση τους στην κοινωνία, την τύχη τους..... Και κυρίως αυτό για το οποίο ζούσαν: οι αρχές και τα ιδανικά που υπηρετούσαν ανήκαν σε μια Ιαπωνία που δεν υπήρχε πια. Δεν ήξεραν τι να κάνουν έπειτα. Σε αυτή την κατάσταση, υποχώρησαν προς τα βόρεια, φεύγοντας από την επίθεση της νέας εποχής.
Ήθελαν να κάνουν τη διαφορά στη χώρα τους. Χρειάζονταν όμως κάποια διδασκαλία, κάποια ιδέα που θα τους στήριζε σε αυτή τη δύσκολη εποχή. Τότε συνάντησαν τον Άγιο Νικόλαο… Τι ήταν αυτό: Πρόνοια του Θεού ή τύχη, πείτε το όπως θέλετε. Αλλά αυτοί ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που άκουσαν πραγματικά το κήρυγμά του για τον Χριστό. Και το κήρυγμά του έπιασε τόπο. Ένας από τους μαθητές του, ο Παύλος Σαβάμπε, που έγινε ιερέας, είπε: για να αλλάξεις κάτι στη χώρα σου, πρέπει πρώτα απ' όλα να αλλάξεις τον εαυτό σου. Και τι μπορεί να αλλάξει την καρδιά ενός ανθρώπου αν όχι η Ορθοδοξία;
— Δηλαδή υπήρχαν και στρατιώτες του Χριστού μεταξύ των σαμουράι;
— Ναι, υπήρχαν πολλοί σαμουράι μεταξύ των πρώτων Ιαπώνων Ορθοδόξων. Όλοι γνώριζαν ο ένας τον άλλον και ήταν φίλοι, διότι ο κώδικας της πίστης και της φιλίας για έναν σαμουράι είναι πάνω απ' όλα. Μάθαιναν γρήγορα ο ένας από τον άλλον για τη νέα πίστη, και εμπιστευόμενοι ο ένας τον άλλον, την αντιμετώπισαν με εμπιστοσύνη. Και επίσης, όπως νομίζω, έπαιξε ρόλο στην Ορθοδοξία, η πίστη του καθεδρικού ναού: η προσευχή στο ναό, η μια κοινή αιτία ολόκληρης της Εκκλησίας, προσεύχεται όλος ο κόσμος, νιώθοντας οι ίδιοι μια οικογένεια. Αυτό είναι κοντά στο πνεύμα των σαμουράι. Όλα αυτά συνέβαλαν στη διάδοση της Ορθοδοξίας.
Στη συνέχεια οι σαμουράι άρχισαν σταδιακά να επιστρέφουν στα εδάφη τους. Πολλοί ήταν από το Σεντάι, οπότε στην πόλη αυτή η Ορθοδοξία ήρθε αρκετά σύντομα. Και άρχισε να διαδίδεται γρήγορα μεταξύ των συγγενών, των φίλων και των γνωστών αυτών των προσηλυτισμένων. Αν και το κύριο πρόβλημα: είναι το πως να εξηγήσουν στους απλούς Ιάπωνες τι είναι ο Τριαδικός Θεός και ο Χριστός- Θεάνθρωπος, ο οποίος νίκησε τον θάνατο με τα πάθη Του, έτσι και παρέμενε άλυτο.
— Υπάρχει κάτι στην Ορθοδοξία που να μην απέχει πολύ αλλά ταυτόχρονα να είναι κατανοητό στη συνείδηση των Ιαπώνων;
— Φυσικά και υπάρχει. Πολλές από τις βασικές αρχές: αγάπα τον πλησίον σου, αν σε χαστουκίσουν στο αριστερό μάγουλο, γύρισε και το άλλο μάγουλο, είναι εδώ και πολύ καιρό γνωστές και κατανοητές στους Ιάπωνες. Αν στον δυτικό κόσμο το κέντρο του σύμπαντος είναι ο άνθρωπος, το «εγώ» του, και σε δεύτερη μοίρα οι σχέσεις του με τους άλλους, στη συνείδηση των Ιαπώνων προέχουν οι άλλοι.
Δηλαδή, κάποια στοιχεία της ορθόδοξης συνείδησης είναι ενσωματωμένα σε αυτούς. Ή όπως είναι στη μνημόνευση των κεκοιμημένων. Στην Ιαπωνία τιμούν τη μνήμη των προγόνων τους, και η παράδοση του μνημόσυνου και των μνημόσυνων γευμάτων υιοθετήθηκε πολύ γρήγορα. Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά: για τους χριστιανούς, ο κύριος σκοπός της θείας λειτουργίας είναι η Κοινωνία, η ένωση με τον Θεό, αλλά στην Ιαπωνία η νεκρώσιμη ακολουθία βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με αυτήν, ως φόρος τιμής στους προγόνους. Και αυτό είναι ένα πρόβλημα για όλες τις χριστιανικές ομολογίες. Ο χριστιανισμός στην Ιαπωνία συχνά δεν γίνεται αντιληπτός στο σύνολό του, αλλά μόνο στο βαθμό που είναι κατανοητός και βολικός για εμάς, επειδή ανταποκρίνεται στις προηγούμενες πεποιθήσεις μας. Αλλά αυτό, μου φαίνεται, δεν είναι τόσο πρόβλημα των ίδιων των πιστών όσο του κλήρου. Είμαστε πολύ λίγοι, απλά δεν είμαστε αρκετοί για να εξηγήσουμε σε όλους όσοι θέλουν να μάθουν τι είναι ο Χριστιανισμός και ποια είναι η ουσία του.
— Αλλά στην Ιαπωνία υπάρχουν θεολογικές σχολές, κατηχητικά μαθήματα και, τέλος, τμήματα θεολογίας στα πανεπιστήμια. Αυτό δεν είναι αρκετό;
— Άλλο πράγμα είναι να κατανοείς τον Χριστιανισμό ως δόγμα, ως ακαδημαϊκό αντικείμενο, να αφομοιώνεις τη θεωρία και τις αρχές του και να αποφασίζεις για τον εαυτό σου: μου ταιριάζει, το αποδέχομαι. Και είναι τελείως διαφορετικό πράγμα να τον αποδέχεσαι στο επίπεδο των συναισθημάτων, ως μια πίστη που διαπερνά ολόκληρη τη ζωή, που ζει στην καρδιά και την αλλάζει. Πρόκειται για ένα ποιοτικά διαφορετικό βήμα.
Πριν μετακομίσω στο Σεντάι, υπηρέτησα στην Εκκλησία της Αναστάσεως στο Τόκιο, και συχνά παρατηρούσα μια τέτοια κατάσταση: οι άνθρωποι έρχονται στο κατηχητικό σχολείο για ένα χρόνο, δύο, τρία, τέσσερα και ήδη κατανοούν τις διδασκαλίες και τις αποδέχονται, παρόλα αυτά όμως δεν βαπτίζονται. Αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό των Ιαπώνων. Δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου χριστιανοί μεταξύ των βιβλικών μας μελετητών. Αντιλαμβάνονται την Αγία Γραφή ως λογοτεχνία.
— Πώς, κατά τη γνώμη σας, μπορείτε να εξηγήσετε στους σύγχρονους Ιάπωνες τι είναι η αμαρτία, η σωτηρία της ψυχής, η αιώνια ζωή, όλα αυτά τα πράγματα που είναι θεμελιώδη στην Ορθοδοξία, αλλά δεν είναι ιδιάζοντα στην ιαπωνική συνείδηση;
— Αυτή είναι μια δύσκολη ερώτηση. Το πρόβλημα, όπως έχω ήδη πει, είναι ότι ο Χριστιανισμός εξακολουθεί να γίνεται αντιληπτός στην Ιαπωνία ως θρησκεία του δυτικού κόσμου, ξένη, εισαγόμενη. Και δεν έχει καταστεί ακόμη δυνατό να αλλάξει αυτή η κατάσταση, ο αριθμός των χριστιανών όλων των δογμάτων στην Ιαπωνία δεν υπερβαίνει το ένα τοις εκατό του πληθυσμού.
Επιπλέον, στον σημερινό κόσμο δεν είμαστε καθόλου εξοικειωμένοι με τη μάθηση. Η γνώση είναι αποθηκευμένη στον υπολογιστή, και αν χρειάζεστε πληροφορίες, αρκεί να πατήσετε το κατάλληλο κουμπί. Ψάχνουμε για έτοιμες απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα, και πολλοί άνθρωποι τις βρίσκουν, ιδίως εφόσον προσφέρονται σε αφθονία από διάφορα απόκρυφα δόγματα. Και έχοντας ικανοποιηθεί με αυτές τις απαντήσεις, δεν υπάρχει ανάγκη να βελτιωθεί κανείς, να προσπαθήσει να γίνει καλύτερος. Τα τελευταία είκοσι ή τριάντα χρόνια στην Ιαπωνία αυτή η τάση έχει εντοπιστεί αρκετά καθαρά: οι άνθρωποι δεν θέλουν να σκέφτονται, δεν θέλουν να αναπτύσσονται. Οι περισσότεροι άνθρωποι στην Ιαπωνία θεωρούν τους εαυτούς τους βουδιστές. Αλλά τι αντιπροσωπεύει ο βουδισμός τους; Μια φορά το χρόνο πηγαίνεις σε έναν ναό, προσεύχεσαι για λίγα λεπτά, πηγαίνεις στον τάφο ενός συγγενή σου και αυτό είναι όλο. Λίγοι άνθρωποι μελετούν τον Βουδισμό ως θρησκεία και χτίζουν τη ζωή τους σύμφωνα με τις διδασκαλίες του. Το ίδιο συμβαίνει και μεταξύ των χριστιανών, συμπεριλαμβανομένων των ορθόδοξων χριστιανών. Το να αλλάξει κανείς την καρδιά του συχνά γίνεται αδύνατο εγχείρημα, οι άνθρωποι προτιμούν απλώς να εγκαταλείψουν την πίστη, ακόμη και αν καταλαβαίνουν με το μυαλό τους την ορθότητα και την αναγκαιότητά της. Εξάλλου, η πίστη είναι, πρώτα απ' όλα, έργο της ψυχής..... Για να καλλιεργήσει κανείς την πίστη στον εαυτό του, πρέπει να σκεφτεί, πρέπει να προσπαθήσει να αποκτήσει την εμπειρία της κοινωνίας με τον Θεό. Είναι πραγματική, είναι διαθέσιμη σε όλους. Έχουμε την αδιανόητη πολυτέλεια να μπορούμε να αισθανόμαστε τον Θεό στην καθημερινή μας ζωή. Αλλά είναι απαραίτητο να σκεφτούμε και να μιλήσουμε γι' αυτό. Και, πρώτα απ' όλα, είμαστε εμείς, οι ποιμένες. Πρέπει να είμαστε πιο προσεκτικοί με τους ενορίτες μας και με τους λεγόμενους εκκλησιαζόμενους, ιδίως με εκείνους που έρχονται για πρώτη φορά στο ναό. Η σκέψη δεν με εγκαταλείπει ποτέ: ίσως το όλο θέμα είναι ότι εμείς, οι ποιμένες, δεν κάνουμε αρκετά.
Κατά κάποιον τρόπο, η κατάσταση στην Ιαπωνία σήμερα θυμίζει την πρώιμη χριστιανική ιστορία. Ήταν δύσκολο να είσαι χριστιανός στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ήταν δύσκολο να κηρύξεις στην Ελλάδα...... Τώρα κηρύττουμε ανάμεσα στους ειδωλολάτρες, στους οποίους η πίστη μας είναι ξένη και η ανάγκη για τη σωτηρία της ψυχής δεν είναι προφανής. Φυσικά, δεν μας πετάνε σε κλουβιά με τίγρεις, δεν μας βασανίζουν, υπό αυτή την έννοια είναι πολύ πιο εύκολο για εμάς. Αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο να βρεις έναν τρόπο να μαρτυρήσεις για τον Χριστό στην καθημερινή ζωή, όταν κανείς δεν σε καταδιώκει ή δεν σου απαγορεύει να προσευχηθείς. Διότι ο μόνος τρόπος για να μαρτυρήσουμε είναι να αγαπήσουμε ειλικρινά τους συνανθρώπους μας, όχι με μια ρομαντική παρόρμηση, αλλά στην καθημερινή ζωή. Θα συμφωνήσετε ότι αυτό δεν είναι τόσο εύκολο.
— Υπάρχουν άνθρωποι ανάμεσα στο ποίμνιό σας, ανάμεσα στους ενορίτες του ναού σας, που έχουν ασπαστεί βαθιά την Ορθοδοξία;
— Υπάρχουν διάφορα παραδείγματα. Πολλοί έρχονται, ενδιαφέρονται για την εκκλησιαστική ζωή, τις λειτουργίες, ακούν με προσοχή τα κηρύγματα, πηγαίνουν στην εκκλησία για μισό χρόνο, ένα χρόνο, τελικά αποφασίζουν και λαμβάνουν το βάπτισμα..... Αλλά μετά από αυτό σταματούν αμέσως να πηγαίνουν στην εκκλησία. Και αυτό παρά το γεγονός ότι το ενδιαφέρον τους ήταν απολύτως ειλικρινές και ήθελαν πραγματικά να γίνουν πραγματικοί χριστιανοί… Αλλά η λήψη του Βαπτίσματος κάποια στιγμή έγινε ο μοναδικός τους στόχος. Αντί να είναι η αρχή της εκκλησιαστικής ζωής, έγινε το τέλος του δρόμου γι' αυτούς. Τέτοιος είναι ο αγώνας δρόμου μικρής διάρκειας. Μεταξύ εκείνων που προσπαθούν να κατανοήσουν τον Χριστιανισμό ως δόγμα, ως ακαδημαϊκό κλάδο, τέτοιοι άνθρωποι είναι ιδιαίτερα πολυάριθμοι.
Υπάρχουν όμως και άλλα παραδείγματα και είναι πολλά, όπου οι άνθρωποι αλλάζουν. Απλώς δεν έχει περάσει πολύς χρόνος. Κρίνετε μόνοι σας: στη Ρωσία, η Ορθοδοξία έχει ιστορία χιλίων ετών, αλλά στην Ιαπωνία ήρθε πριν από εκατό σαράντα χρόνια. Σε ιστορική προοπτική πρόκειται για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα, η Ορθοδοξία δεν είχε ακόμη χρόνο να ριζώσει στην κουλτούρα και τη συνείδησή μας. Άλλωστε στην Ιαπωνία οι σιντοϊστικές και βουδιστικές γιορτές (ματσούρι) αποτελούν μέρος όχι καν της θρησκευτικής, αλλά της κοινωνικής ζωής.
Και ιστορικά, οι Ιάπωνες έχουν ιστορικά βάλει το κοινό στο προσκήνιο. Κρίνετε μόνοι σας πόσο δύσκολο είναι να ξεχωρίσετε σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Το να είσαι ένα μαύρο πρόβατο είναι μια απόφαση κρίσης. Ένα παιδί στο σχολείο δεν μπορεί να μην πηγαίνει στο ματσούρι, διαφορετικά θα γίνει αντικείμενο εκφοβισμού και παρενόχλησης από τους συμμαθητές του.
Ταυτόχρονα, αν στη Ρωσία, την Ευρώπη και τον Νέο Κόσμο η Κυριακή, που είναι η τελευταία μέρα της εβδομάδας, συνδέεται στο μυαλό των ανθρώπων με το γεγονός της Ανάστασης του Χριστού, στην Ιαπωνία είναι απλώς η ημέρα του ήλιου. Ως εκ τούτου, δεν είναι καθόλου προφανές σε έναν Ιάπωνα γιατί την ημέρα αυτή είναι προτιμότερο να απέχει από την καθημερινή εργασία και να την αφιερώνει στην πνευματική εργασία.
Πιστεύω ότι η Ορθοδοξία, ο Χριστιανισμός γενικά, αντιμετωπίζει τώρα ένα πολύ σημαντικό καθήκον, να γίνει αναπόσπαστο μέρος της ιαπωνικής κοινωνίας, να γεμίσει τη ζωή της με ένα νέο, άγνωστο ακόμη νόημα. Και αυτό είναι μια μεγάλη ευθύνη για κάθε χριστιανό…
<>
Μία συγκλονιστική ιστορία μεταστροφής, η οποία συνέβη στις μέρες μας. Ένας άνθρωπος άλλαξε ολόκληρη τη ζωή του, από την στιγμή που συναντήθηκε με τον Γέροντα Παΐσιο στο κελί του στην Παναγούδα!
Διαβάστε την απίστευτη ιστορία, έτσι όπως την περιγράφει γλαφυρά ο ίδιος.
~ Δεν πίστευα καθόλου! Έκανα ένα πολύ άσχημο επάγγελμα. Γύριζα ακατάλληλες ταινίες, δηλαδή πορνοταινίες.
Είχα νοικιάσει ένα διαμέρισμα και κινηματογραφικές μηχανές και τραβούσα ταινίες πορνό. Πουλούσα τις ταινίες και έβγαζα πολλά χρήματα… Αγόρασα ακριβό αυτοκίνητο, Μερσεντές και η ζωή μου γενικά ήταν μέσα στην χλιδή και στην πολυτέλεια…
Άκουγα και με λέγανε για τον Άγιο Παϊσιο και τους κορόϊδευα. Γελούσα…
Μια μέρα μου την έδωσε και λέω:
– Θα πάω στο κελλί του, για να δω πως τους δουλεύει όλους, αυτός ο καλόγερος!
Πήγα λοιπόν στο κελλί του, χώνομαι μέσα στον κόσμο και παρατηρώ να δω τι κάνει. Να δω και να βρω πως τους δουλεύει…
Κάθισα ώρες… Στο τέλος μείναμε τρεις επισκέπτες. Έφυγε ο πολύς ο κόσμος.
– Καθίστε να σας κεράσω, μας είπε ο Άγιος Παϊσιος.
Πάει μέσα στο κελλί και φέρνει σε ένα πιατάκι τρία λουκούμια. Δίνει στον πρώτο, δίνει στον δεύτερο και έρχεται μετά σε μένα μπροστά μου και με κοιτά στα μάτια, σαν να με έβγαζε ακτινογραφία.
Γυρίζει τότε το πιατάκι και ρίχνει το λουκούμι κάτω στο χώμα με τις λάσπες. Τότε μου λέει ο Άγιος:
– Μου έπεσε, πάρε φάε…
– Τί, από τις λάσπες θα το φάω; διαμαρτυρήθηκα.
Με κοιτά ξανά στα μάτια με νόημα και με λέει:
– Γιατί, εσύ πώς ταϊζεις λάσπες τους ανθρώπους;
Έπαθα την πλάκα της ζωής μου!… Ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Σηκώθηκα χωρίς να πω κάτι και έφυγα τρέχοντας.
Πήγα στο ξενοδοχείο στις Καρυές. Όλη τη νύχτα δεν κοιμήθηκα, συλλογιζόμενος γι’ αυτό που συνέβη.
Την άλλη μέρα ξαναεπισκέφτηκα τον Άγιο Παϊσιο και του είπα:
– Θέλω να μιλήσουμε…
– Αν θέλεις να μιλήσουμε, μου λέει με αυστηρό ύφος, πάνε πρώτα να πουλήσεις τις μηχανές που έχεις στο διαμέρισμα, να το ξενοικιάσεις και μετά έλα πάλι.
Πήγα πίσω και σε ένα μήνα τα είχα πουλήσει όλα. Ξαναπήγα τότε γρήγορα να το δω. Με δέχτηκε αυτή τη φορά με πολύ χαρά.
Μιλήσαμε πολλή ώρα. Με βοήθησε να μπω σε σειρά. Να εξομολογούμαι και να Κοινωνάω. Βρήκα και μια καλή δουλειά… Δόξα τω Θεώ.
Ευχαριστώ τον Άγιο Παϊσιο από τα βάθη της καρδιάς μου, που με απάλλαξε από εκείνο το αμαρτωλό επάγγελμα και με έβαλε στο δρόμο του Θεού…
<>
«Ὑπῆρχε ἕνας μάρτυρας τοῦ Ἰεχωβᾶ, ὁ ὁποῖος γεννήθηκε καί ἀνδρώθηκε σέ αἱρετικό περιβάλλον, ὁ Θεός ὅμως οἰκονόμησε νά βρῆ τήν ἀλήθεια πού ὑπάρχει μόνο στήν Μία Ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Θέλοντας, λοιπόν, νά κάνη αὐτό τό βῆμα, ἀποφάσισε νά βρῆ τόν μητροπολίτη τῆς περιοχῆς καί νά τοῦ ζητήση νά τόν βαφτίση καί νά τόν κατηχήση. Πῆγε, λοιπόν, στά γραφεῖα τῆς Μητροπόλεως στό Μεσολόγγι καί ζήτησε νά δῆ τό Σεβασμιώτατο Κοσμᾶ Αἰτωλίας καί Ἀκαρνανίας, χωρίς προηγουμένως νά ἐνημερώση σχετικά μέ τό ἱστορικό του. Μόλις μπῆκε στό γραφεῖο ὁ Σεβασμιώτατος, ἐνῶ δέν τόν εἶχε ξαναδῆ ποτέ, τόν κοίταξε καί τοῦ εἶπε: “Τάδε (τό ὄνομά του), πολύ καιρό σέ περίμενα”. Ἔπειτα, τόν παρέπεμψε σέ ὑπεύθυνο κληρικό γιά νά κατηχηθῆ καί ὅταν τόν βάπτισαν πῆρε τό ὄνομα τοῦ δεσπότη»(ΠΕ, 14).
YT.
<>
Γέροντας Σάββας Καψαλιώτης: «Μιά ἡμέρα ζύμωνα ψωμί, ἔρχεται ἕνας νεαρός ἀντάρτης ὁπλισμένος καί μέ ρωτοῦσε γία τήν Ἐκκλησία...
—Ποῦ τόν εἴδατε τό Θεό;
Ἐγώ τοῦ εἶπα πολλά, ὅ,τι μέ φώτισε ὁ Θεός, ἐκεῖνος ἀντέλεγε. Μετά ἔφυγε καί ἐκεῖ στό παρεκκλήσι βλέπει μιά νεκρή πεταλούδα, ἀφοῦ βεβαιώθηκε ὅτι εἶναι νεκρή, εἶπε:
—Θεέ, ἄν ὑπάρχης, ἄς πετάξη...
Καί ὤ τοῦ θαύματος! Ἡ πεταλούδα σηκώθηκε καί ἔφυγε. Αὐτός χλώμιασε καί ἐπιστρέφοντας μοῦ εἶπε αὐτά. Δόξασα τό Θεό καί εἶπα:
—Παιδί μου, δέν σοῦ τά ἔλεγα πρίν ὅτι ὁ Θεός μας εἶναι ἀληθινός;»(ΓΣ).
INSTA - ΥΤ
<>
Ὁ Κολοκοτρώνης ἦταν μανιακός καπνιστής.
Κάποτε εἶχε πάρει 22 παλικάρια καί ἑτοιμαζόταν νά χτυπήση τούς Τούρκους σέ μιά ἐπιδρομή του.
Τό βράδυ παρέα μέ τά παλικάρια του, διαπίστωσε ὅτι εἶχε τελειώσει ὁ καπνός καί ζήτησε ἀπό αὐτούς λίγο καπνό.
Ἀλλά κανείς ἀπό τά 22 παλικάρια δέν εἶχε, διότι ἦταν ὄλοι ἄκαπνοι!
Μπροστά σέ αὐτή τήν κατάστασι, ἦρθε εἰς ἐαυτόν καί ἐκστόμισε ἐκεῖνα τά περίφημα λόγια:
“Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἐλευθερώσουμε τήν πατρίδα μας ἀπ᾽ τήν σκλαβιά τῶν Τούρκων, ὅταν ἐγώ δέν ἔχω ἀπελευθερωθῆ καί εἶμαι σκλάβος αὐτού τοῦ χόρτου;”.
Ἔτσι ἀπό ἐκείνη τή στιγμή ἔκοψε τό τσιγάρο!
INSTA
<>
«Ἡ Θ. Λειτουργία εἶχε μόλις τελειώσει. Οἱ πιστοί, γνωστοί, ἄγνωστοι, μέ πλατύ χαμόγελο ἀνταλλάσσαμε εὐχές!
Ὅλοι, ὅμως, ὑπό τήν “ασπίδα προστασίας” τῆς εὐχῆς τοῦ μεγάλου Γέροντα Προκοπίου Μερτύρη.
Ἀπό ἀπέναντι μέ τό μπαστουνάκι στό χέρι ἕνας χαμογελαστός κύριος περίπου ἐξηντάρης μοῦ κάνει νεῦμα καί μέ φωνάζει.
“Ἔλα νά σοῦ πω”, μοῦ λέει. “Σέ βλέπω πού ἔρχεσαι στό Μοναστήρι καί ἀποφάσισα νά σοῦ πῶ τήν ἰστορία μου, γιά νά ξέρης τί Γέροντα ἔχουμε”.
Καί ξεκίνησε τή διήγησι:
“Ἤμουν ταξιτζής καί ἔφερνα πολύ συχνά προσκυνητές στό μοναστήρι. Πάντοτε ὅμως περίμενα ἔξω ἀπ᾽ τό μοναστήρι, νά τελειώση ἡ ἀκολουθία, τό προσκύνημα, ἀνάλογα τόν προσκυνητή.
Μιά μέρα περιμένοντας, ἔκανα τό λογισμό ‘τί νά λέη ἄραγε στήν ἐκκλησιά ὁ παπᾶς; ̓ καί ἀποφάσισα νά μπῶ, νά ἀκούσω.
Ἔλεγε τό Εὐαγγέλιο, τήν παραβολή τοῦ πλουσίου καί τοῦ φτωχοῦ Λάζαρου. Δυσανασχέτησα.
‘Καλά ̓, μονολογοῦσα, ‘αὐτά τά μάθαμε στό Δημοτικό, δέν βαριοῦνται νά λένε τά ἴδια καί τά ἴδια στούς ἀνθρώπους; ̓.
Στεκόμουν ὑπεροπτικά, ἐξεταστικά, σχεδόν μέ οἶκτο καί κοίταζα τούς πιστούς πού ἄκουγαν τό Εὐαγγέλιο μέχρι νά τελειώση.
Μόλις τέλειωσε, ἑτοιμαζόμουν νά βγῶ ἔξω, ὅταν βλέπω τόν Γέροντα νά βγαίνη φουριόζος ἀπ᾽ τό Ἱερό.
Ἦρθε καί στάθηκε μπροστά μου κοιτάζοντάς με ἐξεταστικά.
Μοῦ λέει:
—Ἔλα μέσα στό Ἱερό τώρα νά σέ ἐξομολογήσω. Ὁ περιπαικτικός λογισμός τόν ὁποῖο ἔκανες πρίν λίγο γιά τούς πιστούς εἶναι ἡ σταγόνα γιά νά σοῦ συμβῆ μεγάλος πειρασμός. Ἄν δέν ἐξομολογηθῆς θά τρακάρης καί θά πάθης ζημιά.
Πρός στιγμήν σοκαρίστηκα ἀπ᾽ τή δύναμι τήν ὁποία ἔβγαζε ἀποκαλύπτοντας τούς λογισμούς μου.
Μοῦ ἔκανε ἐντύπωσι πού ἤξερε τόν λογισμό μου, ἀλλά καί πάλι δέν μποροῦσα νά πιστέψω αὐτά πού ἔλεγε.
Γελώντας τοῦ εἴπα:
—Παπᾶ, μέ τίς ἐξομολογήσεις ἔχω τελειώσει ἀπό παιδί.
Καί βγῆκα ἔξω.
Σέ λίγο ἦρθαν οἱ κυρίες πού ἔπρεπε νά τίς γυρίσω πίσω καί φύγαμε ἀπ᾽ τό μοναστήρι.
Στό δρόμο, τό τελευταῖο τό ὁποῖο θυμᾶμαι νά σκέφτομαι ἦταν τά λόγια του.
Τό ἄλλο πρωΐ ξύπνησα στό νοσοκομεῖο, ὅπου μέ πληροφόρησαν ὅτι εἶχα τρακάρει.
Οἱ κυρίες δέν εἶχαν πάθει τίποτε, ὅμως, ἐγώ ἤμουν παράλυτος.
Ἔβαλα γνωστούς καί ἀγνώστους νά μοῦ βροῦν τό τηλέφωνο τοῦ Γέροντα.
Τελικά ἐπικοινώνησα μαζί του.
Μέ κλάματα ἐξομολογήθηκα τελικά ἀπ᾽ τό τηλέφωνο.
Πέρασε πολύς καιρός, γνωρίστηκα μέ τόν Γέροντα καί μέ τίς εὐχές του, ὅπως βλέπεις, ἄρχισα σιγά-σιγά νά περπατάω πάλι.
Ἀπό ὅλη τήν ἱστορία μου, αὐτό πού ἀποκόμισα καί εἶναι κυρίαρχο στήν ψυχή μου, εἶναι ἕνα μεγάλο εὐχαριστῶ στό Θεό πού μοῦ γνώρισε τόν ἅγιό Του καί μέ ξανάφερε στήν Ἐκκλησία.
Δέν μέ πειράζει πού κουτσαίνω, ἡ χαρά μου ὑπερβαίνει τήν ἔλλειψι. Σάν κι αὐτόν τόν Γέροντα δέν βρίσκουμε εὔκολα”.
Ἡ καταγραφή ἔγινε ἀπ᾽ τόν Κων/νο Σύμπουρα»(ΗΚ).
<>
«Ὁ Ὅσιος Δανιήλ ὁ Κατουνακιώτης εἶχε ἐλευθερώσει πολλούς ἀνθρώπους, λαϊκούς καί μοναχούς, ἀπ᾽ τήν πλάνη. Μεταξύ αὐτῶν “συγκαταλεγόταν κι ἕνας δάσκαλος ἀπ᾽ τήν Κέρκυρα, πού ὅπως ἔλεγε, εἶχε στενή συνεργασία μέ τόν Ἅγ. Σπυρίδωνα. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός εἶχε ἀνακατέψει τή Χριστιανική Πίστι μέ τόν πνευματισμό καί τήν πλάνη. Πίστευε πώς μποροῦσε νά κάνη καταπληκτικά θαύματα. Καί ὅλος ὁ κόσμος εἶχε νά συζητῆ γιά τό πρόσωπό του. Τό πονηρό πνεῦμα τοῦ παρουσιαζόταν μέ τή μορφή τοῦ Ἁγ. Σπυρίδωνα καί τόν προέτρεπε, ἐκτός τῶν ἄλλων, νά κρατᾶ στήν προσευχή του ἀναμμένη λαμπάδα καί ὅταν ἡ λαμπάδα τελείωνε καί ἄρχιζε νά καίη τό χέρι του, νά μήν τή σβήνη, ἀλλά νά κάνη ὐπομονή, διότι πρόκειται γιά μαρτύριο. Τοῦ ἔλεγε ἀκόμη τό πονηρό πνεῦμα νά μήν κοινωνῆ στήν Ἐκκλησία, ἀλλά νά γλύφη τήν ὕλη πού ἔτρεχε ἀπ᾽ τό κάψιμο τοῦ χεριοῦ του, διότι αὐτή ἰσοδυναμοῦσε μέ θεία μετάληψι. Ἀκόμη μέ τή βοήθεια τοῦ πονηροῦ πνεύματος ἔκανε καί διάφορα θαύματα. Ὅταν τελικά ἀχρηστεύτηκαν τά χέρια του ἀπ᾽ τά ἐγκαύματα, ἀναζήτησε κάποιον γιά νά τόν σώση. Ἔφτασε μέχρι τά Κατουνάκια, ὅπου ὁ Ὅσιος Δανιήλ ὁ Κατουνακιώτης τόν βοήθησε στό νά μπορῆ νά διακρίνη τά θαύματα τοῦ Θεοῦ ἀπ᾽ τά θαύματα τοῦ διαβόλου καί ἔτσι τόν ἀπάλλαξε ἀπ᾽ τήν κυριαρχία τοῦ σατανᾶ”»(ΔΤ, 18).
<>
«Οἱ ἀναμνήσεις τῆς Εὔας Φομίν γιά τόν ἱερομόναχο Παῦλο προέρχονται ἀπ᾽ τήν ἐποχή τοῦ πολέμου, ὅταν ἦρθε γιά νά τελέση τήν κηδεία τῆς πεθερᾶς τῆς Παρασκευῆς Φομίν στό χωριό Λέπασούργια, στό Βάαχεργιόκι, στήν περιοχή τῆς ἐνορίας Suistamo, στίς 4 Μαΐου 1943. Ἡ ἴδια ἡ Εὔα ἦταν Λουθηρανή καί εἶχε ἔρθει ὡς νύφη σέ μιά κατά τά ἄλλα Ὀρθόδοξη οἰκογένεια. Ἡ βροχερή ἄνοιξι εἶχε προκαλέσει πλημμύρες, καί ἡ γέφυρα στή Χόμιλα, ἀπ᾽ τήν ὁποία ἔπρεπε νά περάση κάποιος πού πήγαινε ἀπ᾽ τό Suistamo στή Λεπαβάαρα, βρισκόταν κάτω ἀπ᾽ τό νερό. Ὁ ἴδιος ὁ πρωτοπρεσβύτερος Ἀλέξανδρος Ρουτουλάινεν δέν εἶχε τολμήσει νά περάση ἀπ᾽ τή σκεπασμένη μέ νερό γέφυρα στήν ἄλλη ὄχθη, ὅπου θά διάβαζε τήν ἐξόδιο ἀκολουθία. Γι᾽ αὐτό ἔστειλε ἕνα νεαρό ἱερομόναχο, τόν Παῦλο, στή θέσι του. Αὐτός πέρασε τό ποτάμι, καί στήν ἄλλη ὄχθη τόν περίμεναν ὁ σύζυγος καί ὁ γυιός τῆς νεκρῆς μ᾽ ἕνα ἄλογο.
Ἡ νεκρή ἦταν ντυμένη μέ τά καλά της καί βρισκόταν στό φέρετρο τό ὁποῖο εἶχε τοποθετηθῆ μπροστά στό εἰκονοστάσι, στό καθιστικό τοῦ σπιτιοῦ. Ὅταν ὁ ἱερομόναχος Παῦλος ἔφθασε στό σπίτι, ἡ νύφη Εὔα θυμᾶται τήν αἴσθησι εὐσέβειας καί λεπτότητος πού προκάλεσε. Μπῆκε στό δωμάτιο σάν πνοή τοῦ Ἁγ. Πνεύματος. Ἦταν πολύ λεπτός, καί τό ράσο καί τό καλυμμαύχι του ἦταν πολύ φτωχικά. Ὡστόσο, ὑπῆρχε μεγάλη ζεστασιά στήν ἤρεμη παρουσία του, πού ἀκτινοβολοῦσε στούς ἀνθρώπους ἕνα γύρω. Μιλοῦσε μέ χαμηλή φωνή καί πρόσεχε πολύ τά λεγόμενα τοῦ συνομιλητῆ του. Εἶχε κανείς κοντά του μιά αἴσθησι ὀμορφιᾶς καί καλοσύνης.
Ὁ ἱερομόναχος Παῦλος διάβασε τήν ἐξόδιο ἀκολουθία στό καθιστικό μέ πολλή ζωντάνια καί ὀμορφιά. Οἱ συγγενεῖς τῆς νεκρῆς ἔψαλλαν. Μετά τήν ἀκολουθία προσφέρθηκαν διάφορα φαγώσιμα: ψαρόσουπα, τσάι, κουλουράκια. Μετά τό φαγητό, ἠ νεκρή μεταφέρθηκε στό παλαιό κοιμητήριο τῆς Λέπασούργια, ὅπου ὁ ἱερομόναχος Παῦλος διάβασε τήν ἀκολουθία τῆς ταφῆς. Ἡ Εὔα Φομίν ἐντυπωσιάστηκε ἀπ᾽ τό νεαρό ἱερομόναχο μέ τό ταπεινό φρόνημα καί τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον του. Εἶχε μπροστά της ἕνα ταπεινό δοῦλο τοῦ Θεοῦ.
Ἀργότερα, ὡς ἐπίσκοπος Παῦλος, ἐνίσχυε τίς προσφυγικές οἰκογένειες πού εἶχαν ἀφήσει τά σπίτια τους μέ πίστι στή ζωή. Σαράντα χρόνια εἶχαν περάσει ἀπ᾽ τό γεγονός, καί ὁ τότε νεαρός ἱερομόναχος πού εἶχε στό μεταξύ ἀναδειχθῆ σέ ἀρχιεπίσκοπο τῆς Ἐκκλησίας, πήγαινε νά συναντήση τόν Κύριό του, ὅταν ἡ Εὕα Φομίν ἐντάχθηκε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στό Λάπινλάχτι τό ἔτος 1988. Ὁ σπόρος πού εἶχε πέσει τήν ἡμέρα τῆς κηδείας τῆς πεθερᾶς της, ἔφερε καρπό πολύ»(ΑΠ, 32).
<>
Αναφέρει ο Ευάγγελος Κουτρουμπέλης, πρώην μάγος και σατανιστής:
Σαν αναζητητής της δύναμης και της ισχύος, σαν ανώριμος αναζητητής, ασχολήθηκα με τις πολεμικές τέχνες.
Διαπίστωσα ότι υπάρχουν και άλλες δυνάμεις μέσα μας, για να μπορείς να έχεις τα αποτελέσματα που ξεφεύγουν από τη συνήθη δυνατότητα.
Άρχισα να διαβάζω και να ασχολούμαι με τον αποκρυφισμό.
Ωστόσο δεν μου συνέβησαν συνταρακτικά πράγματα... ώσπου ήλθε κάποιος μάγος επάνω, ο οποίος με μύησε στον εργαστηριακό πνευματισμό, στο δόγμα της υψηλής τελετουργίας, στο σατανισμό πάσης φύσεως...
Από εκεί και πέρα πλέον ασχολήθηκα με πάθος. Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, κάλεσα δαιμόνια και ήλθα σε συνεργασία μαζί τους.
Ξεκίνησα από τις πολεμικές τέχνες, ασχολήθηκα με τον ταοϊσμό... τα μυστήρια της ανατολής διδάσκουν ότι για να μπορέσεις να φθάσεις σε κάποια επίπεδα, πρέπει να ανακαλύψεις τις δυνάμεις εκείνες, τόσο τις εσωτερικές, όσο και τις δαιμονικές, να κατορθώσεις κάποια πράγματα, που είναι έξω από τη φύση και την δυνατότητα τού ανθρώπου.
Με αυτό το σκεπτικό, να ανακαλύψω τις εσωτερικές δυνάμεις, άρχισα να ασχολούμαι με τον αποκρυφισμό. Αργότερα ήρθε ο Άγγλος και με βρήκε στα 17 μου χρόνια.
Είχα 4 χρόνια ασχοληθεί θεωρητικά, πρακτικά δαιμονιζόμαστε με ένα συλλογικό πνευματισμό. Κάναμε μία ομάδα ανθρώπων, που προσανατολιζόμαστε σ' αυτό το χώρο....
Μετά τη μύηση και τη γνωριμία με τον Άγγλο, υπήρχε πραγματική εκπαίδευση, σχετική με τα φρονήματά μας και εισήχθηκα στη νεοειδωλολατρεία. Έμαθα να καθαγιάζω τα σκεύη... τους κύκλους επίκλησης, τις ονομασίες δαιμόνων, να κάνω επικλήσεις..
Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι δύσκολο να βρεθούν γιατί συχνάζουν σε πάρα πολλούς χώρους.
Πρώτα απ' όλα είναι τα βιβλιοπωλεία που υπάρχουν στην Αθήνα, που άμα πάει κανείς που δεν έχει ιδέα, θα δει του κόσμου τα βιβλία με καθαρά αποκρυφιστικό περιεχόμενο, που είναι το δόλωμα.
Αρχίζει να ενδιαφέρεται κανείς, από τη γιόγκα μέχρι τη πρακτική μαγεία. Τα βιβλία εκείνα μπορεί να μη δίνουν τη γνώση που χρειάζεται, αλλά είναι αυτό που σε βάζει σε κάποιο πειρασμό να σταθείς περισσότερο σ' αυτούς τους χώρους.
Τότε αρχίζεις πλέον να εισάγεσαι σε κέντρα, τα οποία καλλιεργούν όλη αυτή την ανάγκη και ανάλογα με τις γνωριμίες, την οικονομική κατάσταση και τη διαχυτικότητα που έχεις, αρχίζεις και κινείσαι ποικιλοτρόπως.
Ο ένας μπορεί να γίνει μασόνος, ο άλλος μέντιουμ, κάποιος άλλος μπορεί να πάει σε κάποια κυκλώματα και ν' αρχίσει να πέφτει στον επαγγελματισμό.
Να γίνουν αστρολόγοι, μέντιουμ και μη ξεχνάτε ότι ο καλύτερος πόλος έλξης να περάσουν τις δαιμονοδιδασκαλίες... είναι τα σύγχρονα μαντεία, με τον τρόπο που προσπαθούν να λύσουν τα προβλήματα. Είναι τρόπος εκμετάλλευσης τού σύγχρονου ανθρώπου.
Τα κόμικς προετοιμάζουν τα μικρά παιδιά στο να δεχθούν ότι υπάρχουν πνεύματα, ότι η δύναμη και το αποτέλεσμα έρχεται μέσα από τη χρήση μαγικών βοτάνων και ειδικών ουσιών, ότι με τη μαγεία μπορείς να επιφέρεις αποτελέσματα. Θα έλεγα, είναι ένας παιδαγωγικός τρόπος να μυηθούν τα μικρά παιδιά....
Πρώτα είναι η γνωριμία. Αρχίζει η πλύση εγκεφάλου με τη φιλοσοφία. Κατόπιν έρχεται ο εντυπωσιασμός με διάφορα σατανιστικά έργα.
Με την εξάρτηση της ψυχής που γίνεται μέσα από την υπόδειξη, με την αφοσίωση στο δάσκαλο με αίμα, με πράξεις ανήθικες, με εξευτελισμό της προσωπικότητας.
Κατόπιν αρχίζει να λαμβάνει κάποια φυλαχτά, κάποια υλικά στοιχεία επεξεργασμένα από το μάγο, δήθεν για να σε προστατέψουν στο χώρο... όμως στην ουσία γίνεσαι υποχείριο τού μάγου και των δαιμόνων.
Όμως δεν γνωρίζεις ότι αυτό γίνεται για να σε εγκλωβίσουν... τον υπνωτίζουν, τον βλέπει σε ζωώδη κατάσταση απέναντι στο Δάσκαλο, πως μιλάς στο σκύλο και σ' ακολουθεί χωρίς αντίρρηση.
Όμως στη διαδικασία τού απολύτου εγκλωβισμού χρησιμοποιούνται και άλλα πιο δραστικά μέσα:
Η χρήση ναρκωτικών είναι σε ημερησία διάταξη και η πορνεία των κοριτσιών επιβάλλεται ως εντολή του Διαβόλου.
Οι σατανιστές κάνουν ευρεία χρήση ναρκωτικών ουσιών. Αφιερώνουν την ψυχή τους στο Διάβολο και με την αφιέρωση χρειάζεται αίμα, που θα θυσιαστεί γι' αυτό το λόγο.
Αίμα προσωπικό του κοριτσιού, που γίνεται σε κάποιες ορισμένες ημερομηνίες.
Μάλιστα γίνεται κάτω από ειδικές αστρολογικές ώρες (ζωδιακοί δαίμονες). Δεν υπάρχει μέση οδός. Να κάνω κοσμική ζωή και να αμαρτάνω και να πολεμήσω το Διάβολο. Είναι πλάνη αυτό.
Ο άνθρωπος, από τη στιγμή που θα αποποιηθεί το Σατανά, από εκεί και πέρα πρέπει να είναι έτοιμος να το αντιμετωπίσει αυτό. Δεν υπάρχει μέση οδός γι' αυτούς τους ανθρώπους. Γι' αυτό και κανένας, ή σπάνια περίπτωση να ξεφύγει κάποιος, γιατί δεν υπάρχει μετάνοια.
Όχι γιατί είναι αδιανόητο ή αδύνατο, είναι λίγοι εκείνοι που πραγματικά θα τους φωτίσει ο Θεός να καταλάβουν, ότι μόνο δια των αγιαστικών μυστηρίων θα γλυτώσουν.
Διότι αν δεν είναι συγκοινωνός ο άνθρωπος μετά του Θεού δια των μυστηρίων, είναι σε κοινωνία με το Διάβολο.
Δεν υπάρχει μέση λύση.
Τα ψυχιατρεία έχουν γεμίσει και οι αυτοκτονίες είναι στην ημερησία διάταξη.
Στους ανθρώπους που ασχολούνται με το χώρο αυτό, όσο και αν φαίνεται τραγικό, είναι πραγματικότητα.
Όταν ασχολήθηκα με τις δαιμονικές δυνάμεις, είχα οπαδούς, συμπαρέσυρα άτομα, έκανα πάρα πολλά πράγματα. Πήγα σε μυστικές εκκλησίες και μάλιστα έκανα και διαλέξεις (σε μυημένους ανθρώπους).
Η μεταστροφή μου ήλθε, γύρισα στο χώρο της Εκκλησίας με τη χάρη του Θεού έγινα Ορθόδοξος, κατάλαβα την αξία της Ορθοδοξίας....
Μεγάλωσα και έζησα στην Ελλάδα, αλλά δεν ήξερα τι είναι Ορθοδοξία.
Ο Θεός ίσως ήξερε τη μεταστροφή μου και δεν είμαι σήμερα σ' ένα ψυχιατρείο ή στο χώμα. Και μπορώ να το πω αυτό με βεβαιότητα.
Δεν έχουν γλυτώσει, όχι ελάχιστοι, μπορώ να πω διεθνώς πάρα πολύ λίγοι είναι αυτοί και αυτοί ακόμα παραπαίουν...
<>
Ἅγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς της Σερβίας: «Πρόσφατα κρέμασαν ἕνα ἄνθρωπο στόν τόπο μας γιά ἔγκλημα. Ἐκεῖνος, πρίν πεθάνη, μετάνιωσε βαθειά καί εἰλικρινά! Ἔκλαιγε καί ὀδυρόταν γιά τήν κακή του πράξι. Τόσο πολύ προσευχόταν στό Θεό κατά τή διαδρομή πρός τήν κρεμάλα, πού ὅταν ἔφθασε κάτω ἀπ᾽ τήν κρεμάλα, ὑποκλινόταν στούς ἀνθρώπους γύρω του φωνάζοντας: “Συγχωρῆστε με ἀδέλφια, συγχωρῆστε με!”. Ὅλοι δάκρυσαν. Φίλησε πολλές φορές τό χέρι τοῦ ἱερέα καί τό σταυρό καί τρεμάμενος ὁλόκληρος παρακαλοῦσε: “Πάτερ, προσευχήσου στό Θεό, νά μέ συγχωρέση!”. Κάποιος ἀπ᾽ τούς παρισταμένους μᾶς διηγιόταν μετά ὅτι αἰσθάνονταν, σάν νά ἀποχαιρετοῦσαν πρός τόν ἄλλο κόσμο ὄχι ἕνα ἐγκληματία ἀλλά ἕνα Ἅγιο! Τόσο εὔκολα μπορεῖ νά ἀλλάξη ὁλόκληρος ὁ ἐσωτερικός κόσμος τοῦ ἀνθρώπου μέσῳ τῆς μετάνοιας!»(ΔΦ, 166).
<>
«Ἀπ᾽ τά πρῶτα χρόνια πού [ὁ π. Χρυσόστομος Γιαλούρης, μετέπειτα Μητροπολίτης Χίου] ἦρθε στόν Πειραιᾶ τόν ἀπασχόλησαν σοβαρά οἱ ἄνθρωποι πού γέμιζαν κάθε βράδυ τά κακόφημα bars τῆς Φίλωνος-Νοταρᾶ καί τό χῶρο τοῦ λιμανιοῦ.
Ἔτσι ἀποφάσισε μαζί μέ τρεῖς σοβαρούς καί ἡλικιωμένους Χριστιανούς καί ἕνα βράδυ ἐπισκέφθηκαν τά bars. Μπροστά ὁ π. Χρυσόστομος καί οἱ λαϊκοί πού τόν πλαισίωναν ἀπό κοντά. Πέρασαν τήν εἴσοδο τῶν πρώτων bars. Ὅταν τόν εἶδαν οἱ θαμῶνες ταράχθηκαν.
Τούς καλησπέρισε, ζήτησε νά σταματήσουν γιά λίγο τό χορό καί τή μουσική, τούς εἶπε δυό καλωσυνάτα λόγια τοῦ Εὐαγγελίου καί τούς συμβούλευσε νά ἔχουν ἐπικοινωνία μέ τό Χριστό, πού εἶναι ἡ Ἐσταυρωμένη Ἀγάπη.
Τούς καληνύχτισε λέγοντας: “Συνεχίστε τή διασκέδασί σας”. Ἀπό αὐτές τίς ἐπισκέψεις στά bars περίπου 12 γυναῖκες κατέφυγαν στήν Ἐκκλησία γιά ἐξομολόγησι.
Αὐτό πού ἔκανε ὁ π. Χρυσόστομος δέν μπορεῖ νά τό κάνη ὁ καθένας, γιατί πρέπει νά εἶσαι ἀνάστημα πνευματικό καί ὁ π. Χρυσόστομος ἦταν κάτι ξεχωριστό μέσα στόν Κλῆρο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»(ΜΙ, 18).
INS. YT.
<>
Ήρθε ένας φαρμακοποιός Νικόλαος, με την γυναίκα του. Μου είπε η γυναίκα του: «Δεν έχουμε παιδιά, αλλά ο άντρας μου δίνει φάρμακα χωρίς να παίρνη λεφτά. Του λέω ότι θα κλείση το φαρμακείο μας. «Ευλογεί ο Θεός», μου λέει. Μόνο, π. Ιάκωβε, που δεν βαφτίστηκε».
Του είπα ότι πρέπει οπωσδήποτε να βαφτιστή, το λέει το Ευαγγέλιο: «Πορευθέντες εις πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς…», αλλοιώς δεν έχουμε ζωήν αιώνιον. Και μου λέει:
–Τι με κωλύει να με βαπτίσετε; Νερό έχετε, βάλτε μια κολυμβήθρα, πέστε τα γράμματα!
Τον έστειλα με έναν ευλαβή γνωστό μου στον Δεσπότη της περιοχής του, για να τον αναθέση σε κάποιον Ιεροκήρυκα, πατέρα της Εκκλησίας, να τον κατηχήση και μετά, αν θέλη ο άνθρωπος να βαπτιστή, να τον βαπτίσωμε.
Πήγαν στον Δεσπότη, τον έστειλε σε έναν Ιεροκήρυκα και μετά από λίγο καιρό μου έστειλε ο Δεσπότης ένα έγγραφο, με την άδειά του να τον βαπτίσουμε.
Ήταν της Πεντηκοστής που θα τον βαπτίζαμε. Κατά την διάρκεια της ακολουθίας ήρθε ένα παιδάκι 10 ετών και μου λέει ότι ο Νικόλαος έφυγε. Άφησε την γυναίκα του στο Μοναστήρι που ήταν και είχε φτάσει ήδη στον Αγιόκαμπο.
(Αμέσως προσευχήθηκα): «Παναγία μου! Εγώ χάρηκα που θα βαπτιστή και θα γίνη Χριστιανός. Παναγία μου! βάλε το χέρι σου. Σκέπασέ τον με την σκέπη σου την αγία, το άγιό σου μαφόριο και γύρισέ τον πίσω. Άγιέ μου Δαυΐδ! εμείς κάναμε τόσα για τον άνθρωπο αυτόν…».
Ξαφνικά, σε ένα τέταρτο, τον βλέπω στο Ιερό μέσα, βάζει μια μετάνοια:
–Σε ζητώ συγγνώμη, πάτερ μου. Σηκώνει το στιχάρι και φιλάει τα πόδια μου…
–Τι κάνεις τώρα και με φιλάς τα πόδια και θα σκανδαλιστούν και οι άλλοι!
–Σας ζητώ συγγνώμη που έφυγα. Με πείραξε ο διάβολος. Μου έλεγε: «Θα σε βάλουν κάτω από τον πολυέλεο, θα σε ξεντύσουν, θα σε βλέπη ο κόσμος. Τριακόσια άτομα θα σε βλέπουν γυμνό!».
–Ποιος, παιδί μου, σου είπε ότι θα σε βλέπωμε γυμνό;
–Ο διάβολος!… Αφού πήγα στον Αγιόκαμπο, βλέπω μια σκοτεινιά μπροστά μου, ένα εμπόδιο και λέω: «Θεέ μου! Δεν υπάρχει κανένας παπάς, δεν υπάρχει καμμιά εκκλησία να μπω μέσα να βοηθήση να πάω πίσω στον όσιο Δαυΐδ;
Έστω και ένας κοσμικός να μου πη να γυρίσω! Πού βρίσκομαι!…». Ξαφνικά, ακούω μια φωνή να μου λέη: «Νικόλαε, γύρισε σύντομα στον Όσιο Δαυΐδ, να πας να βαπτιστής». Βλέπω μια σκιά σαν καλόγερο. (Σκέφθηκα): «Πώς να πάω να αντικρύσω τον π. Ιάκωβο μετά από αυτό που έκανα;». (Τελικά επέστρεψα).
Τον καθησύχασα και του είπα ότι δεν θα τον βαφτίσουμε στην μεγάλη εκκλησία και ούτε θα είναι τελείως γυμνός. Έτσι και έγινε και ήμασταν τρεις ιερείς, η γυναίκα του και ο νουνός, στο εκκλησάκι του Αγίου Χαραλάμπους.
Μετά την βάπτιση ευωδίαζε το εκκλησάκι για 15 μέρες. Ο άνθρωπος συνεχίζει να κάνη τις ελεημοσύνες του, αλλά τώρα μεταλαμβάνει και είναι μέσα στην Εκκλησία.
Από το βιβλίο: «Ο Γέρων Ιάκωβος (Διηγήσεις – Νουθεσίες – Μαρτυρίες)»
Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη»
https://www.askitikon.eu/agiologio/ofelima-psychis/63399/avaptistos-farmakopios-ti-me-kolyi-na-me-vaptisete-nero-echete-valte-mia-kolymvithra-peste-ta-grammata/
<>
Ἦταν κάποτε ἕνας μοναχός πού προχωροῦσε στό δάσος καί ξαφνικά περνάει ἕνας ἄνδρας τρέχοντας.
Μετά ἀπό λίγη ὥρα περνάει καί ἕνας ἄλλος ἄντρας πού κρατάει ὅπλο καί ρωτάει τό μοναχό.
—Πρίν λίγο πέρασε ἕνας τύπος ἀπό ἐδῶ, ποῦ πῆγε;
Ἐκεῖνος δέν ἀπάντησε.
—Λέγε!, τοῦ φώναξε.
—Δέν θέλω νά σοῦ πῶ.
Ὁ ἄνδρας τά ἔχασε.
Ἔστριψε τό πιστόλι του νά ρίξη στό μοναχό.
—Τί ἐννοεῖς;
—Ἄν σοῦ πῶ ποῦ πῆγε θά τόν σκοτώσης, ἄν σοῦ πῶ ψέμα πώς πῆγε ἀπό ἀλλοῦ θά ἁμαρτήσω ἄρα σοῦ λέω μιά ἀλήθεια, πώς δέν θέλω νά σοῦ πῶ.
Ὁ μοναχός προτίμησε νά πεθάνη παρά νά πῆ ψέματα! Μά ὁ ἄνδρας τά ἔχασε... Πέταξε τό ὅπλο ζήτησε συγχώρεσι καί ἔγινε μετά ἀπό καιρό μοναχός.
INS. YT.
<>
Η μεταστροφή του Οσίου Βαρσανουφίου της Όπτινα της Ρωσίας (+1913) από τον αθεϊσμό στην Ορθοδοξία
Ἰδού καί ἡ ἐπίδρασι στήν ψυχή τοῦ μετέπειτα Στάρετς Βαρσανουφίου: «Σπούδασε στήν σχολή Εὐελπίδων καί ἔγινε ἀξιωματικός τοῦ τσαρικοῦ στρατοῦ. Στά καθήκοντά του συμπεριλαμβάνονταν: νά ὀργανώνη δεξιώσεις, χορούς, φεστιβάλ μουσικῆς, χαρτοπαιξίες κ.ἄ.. Μά ὅλα αὐτά τόν κούραζαν ψυχικά.
Ἐνῶ ζοῦσε στήν κατάστασι αὐτή, ἔτυχε νά παρακολουθήση τή θεία Λειτουργία, τήν ὁποία τελοῦσε ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης. Ἐνῶ, λοιπόν, στεκόταν καί προσευχόνταν, ὁ ἅγιος ᾽Ιωάννης — ἀμέσως μετά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων— διέκοψε τήν θεία Λειτουργία, βγῆκε ἀπό τήν Ὡραία Πύλη, κατευθύνθηκε πρός τό νεαρό ἀξιωματικό, ἔσκυψε, τοῦ φίλησε τό χέρι, καί ξαναγύρισε σιωπηλός στό Ἱερό. Πολλοί, πού ἤξεραν τό προφητικό χάρισμα τοῦ ἁγίου, ἄρχισαν νά λένε: ὁ νεαρός αὐτός θά γίνη κληρικός. Οἱ συζητήσεις ἔκαναν τόν Παῦλο Πλεχάνκωφ [τόν μετέπειτα στ. Βαρσανούφιο] νά νευριάζη. Δέν ἤθελε τότε, οὔτε νά τό ἀκούη κάτι τέτοιο! Καί, ὅμως, ἔγινε, ὄχι ἁπλῶς κληρικός ἀλλά ἱερομόναχος»(ΣΒ, 9).
Ἔλεγε, μάλιστα, ὁ ἴδιος: «Ὅποιον δέν φροντίζει ὁ ἴδιος νά σωθῆ, καλό εἶναι νά τόν βάλουμε στόν δρόμο τῆς σωτηρίας μέ τό ζόρι»(ΣΒ, 13) καί ἐννοοῦσε νά τόν σπρώξουμε στήν ἀρχή πρός τήν πίστι.
Από το βιβλίο: Ἀρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ, Θεός Ἐφανερώθη – Ἀπό τόν Ἀθεϊσμό στό Χριστό, ἐκδ. Ἁγ. Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, Ἀθήνα 2011
INS. YT,
<>
Ο Άγιος Νικόλαος Κασάτκιν της Ιαπωνίας (+1912) και οι μεταστροφές των Ιαπώνων μυστικών πρακτόρων στην Ορθοδοξία
Τον Δεκέμβριο βαπτίσθηκαν ακόμη δέκα πρόσωπα. Η κατασκόπευση πάντως των κινήσεων του Ορθόδοξου ιερομονάχου δεν μειώθηκε. Το πρόσωπό του έγινε αντικείμενο ποικίλων φημών μεταξύ όλων των τάξεων του λαού. Άλλοι τον θεωρούσαν πράκτορα· μερικοί έλεγαν ότι απέβλεπε στην κατάκτηση της συμπάθειας των Ιαπώνων για να διευκολύνει την κατάλληλη στιγμή τα στρατιωτικά σχέδια των Ρώσων. Ορισμένοι πίστευαν ότι ανήκε στη Ρωσική αυτοκρατορική οικογένεια. Για να διασκεδάσει τις υποψίες περί πολιτικών σκοπιμοτήτων των ενεργειών του ο π. Νικόλαος έστειλε υπόμνημα στο Υπουργείο Εξωτερικών, διαβεβαιώνοντας ότι οι Χριστιανικές διδασκαλίες που κήρυττε δεν απέβλεπαν κατά κανένα τρόπο στην υπονόμευση της νομιμότητος και του πατριωτισμού των Ιαπώνων. Η διάλυση όμως των φόβων των αρμοδίων δεν ήταν τόσο εύκολη υπόθεση.
Διάφοροι πράκτορες της αστυνομίας συνέχισαν να παρακολουθούν τα μαθήματα του Ρώσου Ιερέα. Ακόμη όμως και σ’ αυτό το τραχύ σώμα των Ιαπώνων πρακτόρων ο λόγος του Θεού είχε δραστικότητα. Ένας απ' αυτούς όχι μόνο έγινε Χριστιανός, αλλά συνέταξε ειδική αναφορά υπέρ της επίσημης αναγνωρίσεως του Χριστιανισμού, την οποία προσπάθησε, παρά τις αντιρρήσεις του Όνο, να προωθήσει μέχρι τον αυτοκράτορα. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι, καθώς φαίνεται, η αναφορά εκείνη παραπέμφθηκε στα αρχεία της πρώτης κρατικής υπηρεσίας που την έλαβε, η μεταστροφή του δείχνει την επίδραση του Ορθόδοξου ιερέα και της διδασκαλίας του. Εκτός από τις άμεσες αυτές μεταστροφές, φαίνεται ότι και άλλες μυστικές ζυμώσεις γίνονταν στις ψυχές των Ιαπώνων κατασκόπων. Μετά πενταετία ένας σπουδαστής της Θεολογικής Σχολής, που ίδρυσε ο π. Νικόλαος μετά την άρση των περιοριστικών μέτρων, ομολόγησε στον τελευταίο ότι αρχικά είχε σταλεί από την ιαπωνική αστυνομία για να τον κατασκοπεύσει.
<>
Rin Yamashita, Ιαπωνία (1857-1939): Η Ιαπωνέζα ζωγράφος, καταγώμενη από οικογένεια Samurai, η οποία βαπτίστηκε Ορθόδοξη Χριστιανή από τον Άγιο Νικόλαο Κασάτκιν Φωτιστή της Ιαπωνίας (+1912)
Η Rin Yamashita γεννήθηκε το 1857 σε μία φτωχή οικογένεια Samurai στην πόλη Kashima της Ιαπωνίας. Σαν μικρό κορίτσι, της άρεσε η γλυπτική και η ζωγραφική. Όταν η Rin ήταν 16, πήγε στο Tokyo να σπουδάσει ζωγραφική. Εκεί συνάντησε τον Άγιο Νικόλαο Κασάτκιν τον Φωτιστή της Ιαπωνίας (+1912) και ενδιαφέρθηκε σοβαρά για την Ορθόδοξη Πίστη. Μερικοί από τους Ιάπωνες φίλους της στο Tokyo ήταν Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Η Rin βαπτίστηκε και της δόθηκε το Ρωσικό όνομα Irina (Rin).
Η Irina αγάπησε την Ρωσική τέχνη, ειδικά το έργο του Ivan Kramskoy ο “Χριστός στην Έρημο”.
Εκείνο τον καιρό, η Ορθόδοξη Εκκλησία στο Tokyo δεν είχε Ι. Εικόνες και υπήρχε ανάγκη για μία σχολή αγιογραφίας. Ο Επίσκοπος Άγιος Νικόλαος Κασάτκιν είδε πόσο ταλαντούχα ήταν η Irina και την έστειλε στην Αγία Πετρούπολη να σπουδάσει αγιογραφία.
Το κλίμα της Αγίας Πετρούπολης ήταν πολύ δύσκολο για την Irina και ήταν συχνά άρρωστη. Όμως ήταν καλή μαθήτρια και μάθαινε γρήγορα. Το αγαπημένο της μέρος στην Αγία Πετρούπολη ήταν το Μουσείο Hermitage.
Ο Άγιος Νικόλαος Κασάτκιν έστελνε γράμματα στην Irina για να την ενθαρρύνει. Έλεγε στην Irina πως θα γίνει μία εξαιρετική αγιογράφος.
Το 1883 η Irina επέστρεψε στην Ιαπωνία. Ζωγράφισε Ι. Εικόνες για την Εκκλησία και δίδαξε πολλούς μαθητές. Με την βοήθεια της, πολλοί Ιάπωνες έμαθαν να κατανοούν και να αγαπούν την Ρωσική παράδοση και τέχνη. Η Ι. Εικόνα της Θεοτόκου που ζωγράφισε δόθηκε στον Τσάρο Νικόλαο τον Β´ όταν αυτός επισκέφτηκε την Ιαπωνία το 1891.
Η Irina πέθανε το 1939. Δυστυχώς, πολλές Ι. Εικόνες που σχεδιάστηκαν από την Irina Yamashita χάθηκαν σε έναν σεισμό. Η Ι. Εικόνα της Θεοτόκου που δόθηκε στο Τσάρο Νικόλαο τον Β´ φυλάσσεται σήμερα στο Μουσείο Hermitage.
<>
Nilus Stryker, ΗΠΑ - Από τον Προτεσταντισμό στην Ορθοδοξία μέσω Βουδισμού
Γράφει ὁ Nilus Stryker, ΗΠΑ: «Ἕνα ἀπόγευμα στά τέλη Ἰανουαρίου τοῦ 1999, πῆγα στό βωμό μου γιά τήν τακτική ἡμερήσια πρακτική μου. Συνήθιζα νά ἀρχίζω μέ ἕνα γιόγκικο τραγούδι, ἔλεγα τήν προσευχή mantra καί μετά ἔκανα καθιστική σιωπή. Ἄναψα τά κεριά στό βωμό μου καί ἀφοῦ τελείωσα τό τραγούδι καί τήν προσευχή μου, προχώρησα στήν ἄσκησι σιωπῆς. Δέν μπορῶ νά πῶ πόση ὥρα ἀκριβῶς καθόμουν ἔτσι, ὅταν ἄκουσα ὁλοκάθαρα τήν φωνή μου νά ξεστομίζη, μέ δικά μου λόγια, “Μοῦ λείπει ὁ Ἰησοῦς”. Τό εἶπα μεγαλόφωνα. Ἔμοιαζε σάν νά βγῆκε μέσῳ ἐμοῦ καί ὄχι σάν νά τό πρόφερα ἐγώ ὁ ἴδιος, ὅμως, δέν ἐπρόκειτο γιά ἔξωθεν φωνές. Ἦταν ξεκάθαρο πώς ἐγώ τό εἶπα. Ὅταν εἶπα “Μοῦ λείπει ὁ Ἰησοῦς” αἰσθάνθηκα νά γεμίζω μέ μιά λαχτάρα. Δέν ξέρω πῶς ἀλλιῶς νά τό ὀνομάσω. Ἄλγος. Πονοῦσα μέσα μου. Αἰσθανόμουν αὐτό τόν ἀπόλυτο νόστο (: νοσταλγία ἐπιστροφῆς) καί δέν τό πίστευα…
Σίγουρα θά εἶχε σχέσι μέ τή Χριστιανοσύνη τῶν παιδικῶν μου χρόνων… Ἄν καί οἱ γονεῖς μου ἦταν νομιναλιστές Χριστιανοί, εἶχα ἀνατραφῆ ὡς Πρεσβυτεριανός λόγῳ τῆς κοντινῆς ἀποστάσεως τῆς ἐκκλησίας ἀπ’ τό σπίτι μας. Οἱ γονεῖς μου πάντως δέν ἦταν ἀπ’ αὐτούς τούς φανατικούς καί ἐπικριτικούς Χριστιανούς…
Ἐκείνη τή νύκτα, στίς τρεῖς μετά τά μεσάνυκτα, ξύπνησα ἀπό μιά “παρουσία” μέσα στό δωμάτιό μου. Ἀνησύχησα, μήπως κάποιος εἶχε μπεῖ κρυφά μέσα στό σπίτι. Βγῆκα ἀπ’ τό κρεββάτι καί ἔλεγξα ὅλα τά δωμάτια τοῦ σπιτιοῦ. Δέν ὑπῆρχε κανένας ἄλλος (ἐκτός ἀπ’ τή σύζυγό μου) μέσα στό σπίτι καί αὐτή κοιμόταν βαθειά. Ἀποφάσισα —μιᾶς καί ξαγρύπνησα— νά κάνω καμμία ἄσκησι, ἔτσι πῆγα στό βωμό μου στό ἀτελιέ μου. Ἔκανα διαλογισμό γιά περίπου 30-45 λεπτά καί ἐπέστρεψα στό κρεββάτι μου. Τό ἑπόμενο πρωΐ ἔλεγξα ἄν ὅλες οἱ πόρτες ἦταν κλειδωμένες καί κάπως διστακτικά ἔρριξα μιά ματιά σ᾽ ὅλο τό σπίτι, μήπως καί βρῶ κάτι πού νά ἐξηγοῦσε ἐκείνη τήν “παρουσία”. Κατοικίδια δέν ἔχουμε, ὁπότε, ρώτησα τή Νταϊάν ἄν εἶχε σηκωθῆ τή νύκτα γιά κάποιο λόγο. Κοιμόταν συνεχῶς…
Ἐπί μία ἑβδομάδα, [ἡ “παρουσία”] μέ καλοῦσε νά ξυπνήσω στίς τρεῖς μετά τά μεσάνυκτα. Ἄρχισα νά τρομάζω λιγάκι. Δέν διέθετα καμμία ἐξήγησι γι’ αὐτά τά ὁποῖα συνέβαιναν καί καμμία ἀπολύτως ἰδέα γιά τό πῶς νά τό χειρισθῶ. Παραδέχθηκα πώς ἦταν κάτι πέραν ὅλων ὅσα εἶχα βιώσει καί ἤλπιζα πώς θά μέ βοηθοῦσε ὁ δάσκαλός μου νά καταλάβω καί νά ἀντιμετωπίσω τίς ἐμπειρίες μου. Ἄν κάποιος θά μποροῦσε νά ξέρη τί ἦταν αὐτό πού μοῦ συνέβαινε, θά ἦταν αὐτός. Τελικά, ἐπικοινώνησα μέ τό δάσκαλό μου στήν Οὐαλία καί τοῦ ἀφηγήθηκα ὁλόκληρη τήν σειρά τῶν ἐμπειριῶν μου. Μοῦ ἔδωσε τό ὄνομα μίας θεότητος τοῦ Θιβέτ τήν ὁποία μποροῦσα νά ἐπικαλεσθῶ, καθώς καί μιά προσευχή-mantra πού συσχετιζόταν μέ ἐκεῖνο τό “Ὄν τῆς Ἐπαγρυπνήσεως” (τό sangha μας (: τό βουδιστικό μας τάγμα) χρησιμοποιεῖ τόν ὅρο “Ὄν τῆς Ἐπαγρυπνήσεως” ἐν ἀντιθέσει μέ τόν παραδοσιακό ὅρο “θεότητα”). Μοῦ εἶπε πώς ἄν συνέχιζαν οἱ ἐμπειρίες, νά κάνω τήν ἄσκησί μου καί νά ἀπαγγείλω τήν προσευχή-mantra τήν ὁποία μοῦ εἶχε δώσει.
Ἐκεῖνο τό βράδυ μέ ξύπνησε πάλι ἡ αἴσθησι μιᾶς “παρουσίας”. Πῆγα στό βωμό μου καί ἄναψα τά κεριά. Κάθησα σέ σιωπηλό διαλογισμό γιά λίγο, πρίν ἀρχίσω νά λέω τήν προσευχή-mantra καί νά καλῶ τή Βουδιστική θεότητα τήν ὁποία μοῦ εἶχαν ὑποδείξει νά χρησιμοποιήσω. Ἡ μεσιτεία του ἦταν ἰσχυρότατη. Ἐπικράτησε μιά βαθειά σιγή καί ἔνοιωσα μιά ἠρεμία καί γαλήνη πού διαπερνοῦσαν —μοῦ φάνηκε— τό δωμάτιό μου. Κάλεσα τό ὄνομα τῆς θεότητος ὅπως μοῦ εἶχε ὑποδείξει ὁ Rinpoche (τιμητικός τίτλος γιά δάσκαλο Vajrayana πού στήν κυριολεξία σημαίνει Πολύτιμο Πετράδι). Πρός μεγάλη μου ἔκπληξι, ἄκουσα μιά φωνή νά λέη “Ἐγώ δέν εἶμαι αὐτό”. Δέν μπορῶ νά σᾶς πῶ ἀπό ποῦ ἐρχόταν ἡ φωνή αὐτή. Μοῦ φάνηκε σάν τήν δική μου φωνή, παρότι δέν θυμᾶμαι νά ξεστόμισα ἐγώ ἐκεῖνες τίς λέξεις. Δέν μπορῶ νά σᾶς πῶ μέ ἀκρίβεια ἄν ἡ φωνή αὐτή ἦταν ἐσωτερική ἤ ἐξωτερική, πάντως ἦταν μιά φωνή πού εἶπε καθαρά καί χαρακτηριστικά “Ἐγώ δέν εἶμαι αὐτό”.
Ταράχθηκα συθέμελα. Καθόμουν ἀποσβολωμένος καί ἀμίλητος. Σηκώθηκα καί βγῆκα ἔξω ἀπ’ τό σπίτι. Πρέπει νά ἦταν τρεῖς καί μισή τά ξημερώματα καί ἕνα χλωμό φεγγάρι μόλις διακρινόταν πάνω ἀπ’ τόν ὠκεανό. Κάθισα στό κατώφλι τοῦ σπιτιοῦ μας καί ἄρχισα νά κλαίω. Ὁ πόνος καί ὁ νόστος μέσα μου δέν εἶχαν μειωθῆ. Μᾶλλον εἶχαν φουντώσει περισσότερο. Εἶχα φθάσει στά ὅρια τῆς τρέλλας. Ἤμουν σίγουρος πώς κάτι συνέβαινε. Μόνο πού δέν ἤξερα τί. Ἔκλαψα μέ τήν καρδιά μου. Μέ λυγμούς. Τελικά, σήκωσα τό κεφάλι καί ρώτησα, “Ποιός εἶσαι;”.
Μόλις ξεστόμισα ἐκεῖνες τίς λέξεις, συνέβη κάτι τό ἀπίστευτο… Μόλις πρόφερα ἐκεῖνες τίς λέξεις, γέμισα μ’ ἕνα ἁπαλό Φῶς. Ξέρω, εἶναι δύσκολο νά κατανοηθῆ, ἀλλά ἐγώ πράγματι γέμισα ἀπ’ αὐτό τό Φῶς. Δέν ἦταν “ὁρατό” μέ τή συνηθισμένη ἔννοια. Ἦταν μιά φωτεινότητα πού μέ γέμιζε. Δέν μπορῶ νά περιγράψω ἐκεῖνο τό Φῶς, οὔτε νά περιγράψω πῶς ἕνα φῶς μπορεῖ νά κουβαλάη “γνῶσι”, πάντως ἐγώ ἤξερα πώς ἕνα Φῶς εἶχε διεισδύσει μέσα μου καί μάλιστα μέ γνώριζε προσωπικά. Ξέρω πώς αὐτό ἀκούγεται ἀπίστευτο, ἀλλά συνέβη. Τό Φῶς ὄχι ἁπλῶς μέ γνώριζε ἐμένα, τό Nilus, τόν ἀψίθυμο γερο-παράξενο, πού ὅλα τά εἶχε θαλασσώσει, ἀλλά μέ ἀγαποῦσε κιόλας —μέ ἀγαποῦσε πραγματικά…
Τηλεφώνησα στόν Καθεδρικό Ναό Ἁγ. Τριάδος (ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστιανικός Ναός τῆς Ἀμερικῆς στό San Francisco). Τό τηλέφωνο τό σήκωσε ἕνας ἄνδρας καί τόν ρώτησα ἄν οἱ ἀκολουθίες τελοῦνται στά Ἀγγλικά. Μοῦ ἀπάντησε μέ μιά βαρειά, Ρωσσική προφορά: “σέ σπαστά μόνο”. Ἔσκασα στά γέλια. Μέ καταγοήτευσε τό ἀνέκφραστο style τοῦ χιοῦμορ του. Σημείωσα τίς ὧρες τῶν Λειτουργιῶν καί τόν εὐχαρίστησα…
Ἔβρεχε καταρρακτωδῶς καί οἱ δρόμοι ἦταν σχετικά ἄδειοι. Ὁδήγησα μέχρι τήν πόλη τοῦ San Francisco καί μοῦ ἦλθε στό νοῦ μιά ἀχνή εἰκόνα μιᾶς Ρωσσικῆς ἐκκλησίας μέ γαλάζιους τρούλλους στήν ἄλλη ἄκρη τῆς πόλεως. Στό εὑρετήριο, ὁ Καθεδρικός Ναός εἶχε διεύθυνσι τήν ὁδό Γκρήν καί εἶχα τήν ἐντύπωσι πώς πήγαινα στή σωστή κατεύθυνσι. Κάποια στιγμή, ἐντόπισα τόν τροῦλλο καί τό σταυρό… Ποτέ δέν βρίσκεις χῶρο γιά στάθμευσι στή συνοικία ἐκείνη, ἔτσι, καθώς πλησίαζα, εἶπα μέσα μου: “ἄν καταφέρω νά σταθμεύσω, θά σταματήσω. Ἄν ὄχι, θά πάω στά hamburgers”. Τή στιγμή κατά τήν ὁποία τό εἶπα, κάποιος ἔβαζε ὄπισθεν καί ἔφευγε ἀπό ἕνα χῶρο ἀπέναντι ἀπ’ τήν ἐκκλησία… “Ἐντάξει, ἐντάξει, θά πάω”.
Μπῆκα μέσα στήν ἐκκλησία τήν 7η Φεβρουαρίου 1999. Δέν τό ἤξερα ἐκείνη τήν ἡμέρα, ἀλλά ἦταν Κυριακή τοῦ Ἀσώτου…
Ξαναπῆγα τήν ἑπομένη Κυριακή.
Ἄρχισα νά παρακολουθῶ τά λόγια τῆς Λειτουργίας. Πολύ σύντομα, ἄρχισα νά πηγαίνω σέ μερικές βραδινές ἀκολουθίες κι ἔμεινα κατάπληκτος μέ ὅσα ἀπαγγέλλονταν. Δέν εἶχα ξανακούσει γιά θεολογία πού τραγουδιόταν καί ψαλλόταν μαζί μέ τά ἀναγνώσματα. Ἄρχισα νά ἀντιλαμβάνωμαι ὅλο καί περισσότερο πώς ὑπῆρχε ἕνας Χριστιανισμός μέσα στήν Ὀρθοδοξία πού ἦταν πιό ἀπέραντος καί πιό βαθύς ἀπ’ ὅ,τι γνώριζα. Ἐπίσης, ἄρχισα νά ἀκούω ἀναφορές γιά τό Φῶς, τό Φῶς πού ἔμοιαζε νά ἔχη πολλά κοινά μέ τήν ἐμπειρία μου τοῦ Φωτός πού δέν εἶναι Φῶς καί πού Γνωρίζει τό Ὄνομά μου. Ὑπῆρχε μέχρι καί μιά θεολογία πού ἀναγνώριζε τό Φῶς καί πού χρησιμοποιοῦσε αὐτό τό Φῶς ὡς περιγραφή γιά τό πῶς ὁ Θεός, ὁ Λόγος καί τό Ἅγ. Πνεῦμα καλεῖ καί ἀγαπᾶ… Ἄρχισα νά αἰσθάνωμαι πιό ἄνετα μέ τίς λέξεις Θεός καί Χριστός…
Ὅσο περισσότερο πήγαινα στίς θεῖες Λειτουργίες, τόσο περισσότερο ἔνοιωθα πώς ἐδῶ ἦταν τό μέρος πού θά ἔνοιωθα ἄνετα ὡς Χριστιανός. Πρέπει νά καταλάβετε, ὅμως, πώς ποτέ δέν ἔκανα χρῆσι αὐτῆς τῆς λέξεως. Ἀκόμα ἀντιστεκόμουν. Ἀκόμα δίσταζα. Τριγυρνοῦσα σάν κλεφτης, στίς παρυφές τῆς Χριστιανοσύνης, τόσο μέσα στίς σκιές τῶν κεριῶν ὅσο καί στό φῶς. Κρατιόμουν μέ τό ζόρι νά μήν κάνω μετάνοιες ἤ νά σταυροκοπηθῶ… Σκέφθηκα πώς τό παράκανα… Ἤμουν ἀκόμα Βουδιστής, ἁπλῶς ἐπισκεπτόμουν τό Χριστιανισμό. Αὐτή ἡ ἰδέα μοῦ ἐπέτρεπε νά συνεχίζω τόν ἐκκλησιασμό, χωρίς καμμία δέσμευσι… Ἕνα βράδυ, ἡ Μάτουσκα Βαρβάρα μέ πλησίασε καί μέ ρώτησε ἄν ἤθελα νά μάθω πῶς νά κάνω τό σταυρό μου. Ὅταν ἀπάντησα “ναί”, ξάφνιασα τόν ἑαυτό μου.
Ξέρω πώς ἀκούγεται παράδοξο, ἀλλά τό σταυροκόπημα ἄλλαξε τό πῶς ἔβλεπα τόν ἑαυτό μου καί πῶς ξεκίνησα νά λατρεύω ἔμπρακτα. Ἧταν τό πρῶτο σημεῖο τό ὁποῖο ἔκανα δημοσίως, σέ ἔνδειξι πώς ἐμπιστευόμουν τό Χριστιανισμό καί πώς ἄρχισα νά βλέπω τόν ἑαυτό μου ἐντός τοῦ Χριστιανικοῦ πλαισίου. Εἶναι δύσκολο νά ἐξηγηθῆ. Εἶναι μιά τόσο ἁπλή πρᾶξι, ἀλλά, κατά πολλούς τρόπους ἔγινε ἡ πρώτη μου πρᾶξι Χριστιανικῆς ἀποδοχῆς. Ἔγινε τό πρῶτο σημεῖο “ἐνδύσεως ἐν Χριστῷ”…
Ἡ Μ. Σαρακοστή εἶναι περίοδος ἔντονης πνευματικῆς ἀξιολογήσεως. Ὁλόκληρη ἡ ἐκκλησία ἀρχίζει ἕνα συλλογικό ταξίδι πρός τήν Ἰερουσαλήμ, μαζί μέ τό Χριστό. Ὁλόκληρο τό 40ήμερο μεταμορφώνεται σ’ ἕνα κοσμικό δρᾶμα, πού αἰωρεῖται μέσα σ’ ἕνα χρόνο πού σπανίως εἶχα βιώσει στό Βουδισμό. Ὁ χρόνος ἔμοιαζε νά σμικρύνεται σχεδόν ἀναλογικά μέ τό πόσο μεγάλωναν οἱ ἀκολουθίες. Κατά περίεργο τρόπο, ὁ χρόνος χρησιμοποιόταν γιά νά ἐξαφανίση τό χρόνο…
Ἕνα βράδυ… τά γόνατά μου λύγισαν… Κατάλαβα τόν ἑαυτό μου νά γονατίζη ἑνώπιον τοῦ Θεοῦ καί ἔνοιωσα φοβερά ἄσχημα πού συγκρατιόμουν τόσο καιρό… Ἔνοιωσα τόσο κορόιδο καί ὑπερόπτης βλάκας… Τά πάντα μέσα μου μοῦ εἶχαν πεῖ γιά τήν Μεγάλη Ἀγαθή Καρδιά τοῦ Χριστοῦ καί ἐγώ εἶχα ἀρνηθῆ τήν ἀγκαλιά Του… Ὅταν τό μέτωπό μου ἄγγιξε τό πάτωμα, τότε ὁ Θεός ἄγγιξε τήν καρδιά μου… Μέ ἔπιασαν λυγμοί… Ὅταν ὁ πατήρ Βίκτωρ πλησίασε νά θυμιατίση τήν εἰκόνα, ἤξερα πώς εἶχε ἀντιληφθῆ τό κλάμα μου… Δέν μποροῦσα νά σταματήσω… Ντράπηκα τόσο πολύ… Ἔνοιωσα τόσο ἐκτεθειμένος… Τριγύρω μου ἦταν ὁ κόσμος τόν ὁποῖο συναναστρεφόμουν σέ τακτική βάσι, ὅλες τίς τελευταῖες ἑβδομάδες. Μέ εἶχαν δεῖ αὐθάδη, μέσα στό Βουδισμό μου καί φαίνονταν νά κρατοῦν ἀπόστασι ἀπό μένα. Μέ εἶχαν δεῖ νά κάνω πίσω. Μέ εἶχαν δεῖ νά κάνω τό σταυρό μου καί νά συνεχίζω νά κάνω πίσω. Τώρα ἔβλεπαν τά γόνατά μου νά λυγίζουν καί τό μέτωπό μου νά ἀγγίζη τό ξύλινο πάτωμα καί ἐμένα νά κλαίω, καθώς ὁ Θεός μοῦ ράγιζε τήν καρδιά…
Μοῦ ράγισε τήν καρδιά ἐκεῖ, ἐπί τόπου… Μπορῶ νά σᾶς ὑποδείξω καί τό ἀκριβές σημεῖο… Μέ εἶχε καλέσει μέσα στή νύκτα. Εἶχε διεισδύσει μέσα μου σάν Φῶς. Τώρα, μοῦ ράγισε τήν καρδιά… Δέν μπορῶ νά τό ἐξηγήσω πιό καθαρά. Ὁ Θεός συνέτριψε τήν καρδιά μου καί τήν ὑπεροψία μου καί τήν μοναχικότητά μου καί εἶχε κάνει τή μοναξιά κάτι τό ἀδύνατο. Μέ κρατοῦσε μετέωρο μέσα στό χρόνο καί στήν Ἀγάπη, παρότι δέν μοῦ ἄξιζε οὔτε μιά κεραία ἀπό αὐτήν.
Τώρα ἤμουν διαλυμένος ἀπ’ τήν Ἀγάπη. Ἤμουν ζητιάνος. Εἶμαι ζητιάνος…
Ὁδηγοῦσα πάνω ἀπ’ τή γέφυρα τοῦ Κόλπου τοῦ San Francisco, ὅταν μοῦ ἦλθε ξαφνικά ἡ σκέψι πώς… ὑπῆρχε ἡ αἴσθησι τῆς βεβαιότητος πώς ἡ ἀπόφασί μου ἦταν σωστή. Ὀφειλόταν στήν περίεργη, γλυκόπικρη ἀνάμνησι τοῦ Φωτός πού δέν εἶναι Φῶς καί Γνωρίζει τό Ὄνομά μου. Ἀκόμα καί μέσα στήν στενοχώρια ἐκείνη, τό Φῶς ἦταν παρόν. Ἄρχισα νά θυμᾶμαι καί νά ἐπαναφέρω τά πάντα στή μνήμη μου, ἀπ’ τό μεταμεσονύκτιο κάλεσμα καί τήν ἀναζήτησι διαρρηκτῶν… Ὅλο τόν ξεχνάω τό Θεό. Αὑτό εἶναι τό κουσούρι μου. Εἶχα ξεχάσει τό Θεό ἐπί εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια…
Στίς 23 Μαΐου 1999 βαπτίσθηκα μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στήν Ἀμερική».
Από το βιβλίο:
Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ
Τα Ίχνη του Θεού – Από τον Προτεσταντισμό στην Ορθοδοξία
εκδ. Άγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός
Αθήνα 2011
<>
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου